Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2007

ΠΑΣΟΚ: Κόμμα Ανατροπής

Απομένει μια εβδομάδα πριν ολοκληρωθεί η διαδικασία εκλογής Προέδρου στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. Όσο φτάνουμε προς την 11η Νοεμβρίου μεγαλώνει η αγωνία, αλλά και η απορία γνωστών δημοσιογράφων για την πορεία του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Έτσι με αρκετή δόση κινδυνολογίας, αναλύουν την «σύγχυση του μέσου ΠΑΣΟΚου» που όπως χαρακτηριστικά έχουν τιτλοφορήσει θέλει για Πρόεδρο τον «Ευάγγελο Παπανδρέου».

Για μια ακόμα φορά αποδεικνύεται ότι δημοσιογράφοι, αναλυτές, επικοινωνιολόγοι, δεν μπορούν να κατανοήσουν τον ελληνικό λαό και ιδιαίτερα τον προοδευτικό κόσμο του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και της ευρύτερης αριστερής δημοκρατικής παράταξης. Δεν μπορούν να κατανοήσουν-χωνέψουν ότι αυτός ο κόσμος δεν διψάει για «βόλεμα», δεν αγωνιά για «εξουσία», δεν συγκινείται στην προοπτικής της «καρέκλας», δεν αγωνίζεται για τίτλους και οφίτσια, αλλά αγωνίζεται για μια άλλη πολιτική.

Για μια πολιτική που θα υπηρετεί τον λαό και θα θέτει στόχους για την χώρα. Μια πολιτική που θα αξιοποιεί τα πλεονεκτήματα της χώρας (φυσικά, ιστορικά, ανθρώπινα) προς όφελος όλων και των μελλοντικών γενιών. Μια πολιτική εξουσία που θα εγγυάται πολιτικά δικαιώματα και ελευθερίες σε όλους, που θα δίνει ελπίδα και προοπτική στον καθένα, που θα παρέχει ασφάλεια και προστασία στον κοινωνικά, οικονομικά, μορφωτικά, φυλετικά, αδύνατο.

Ο λαός του ΠΑ.ΣΟ.Κ. θέλει πολιτικούς άνδρες με αξιοπρέπεια, ήθος, εντιμότητα, όραμα και ειλικρίνεια. Δεν συγκινείται από κάθε λογής επικοινωνιακές και επιφανειακές «καταλληλότητες», αλλά αναζητά την ουσία. Δεν βλέπει την Νέα Δημοκρατία και τον Κώστα Καραμανλή ως αντίπαλο κανάλι και τηλεοπτικό σίριαλ, που απλά πρέπει να καταγράψει καλύτερα νούμερα ακροαματικότητας… για να πουλήσει.

Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και οι πολίτες της δημοκρατικής παράταξης διψούν για αλλαγές που θα βγάλουν την κοινωνία, την οικονομία και τη χώρα από το τέλμα και την αδράνεια, από την ευημερία των αριθμών και την δυστυχία των ανθρώπων, από το περιτύλιγμα της «επικοινωνίας» και την κενότητα της γενικολογίας.

Οι πολίτες θέλουν από το ΠΑ.ΣΟ.Κ. να μιλήσει για την ουσία, να βρει τη νέα προοδευτική στρατηγική που θα κάνει τους έλληνες περήφανους αισιόδοξους. Θέλουν το ΠΑ.ΣΟ.Κ. να απελευθερωθεί από τα δεσμά και τις δεσμεύσεις του παρελθόντος και να δώσει λύσεις που θα ανατρέπουν κατεστημένες αντιλήψεις και φέουδα σε ολόκληρη τη κοινωνία μας. Ανατροπή στα κατεστημένα συμφέροντα στην υγεία, την παιδεία, την δημόσια διοίκηση, το τραπεζικό σύστημα, την δικαιοσύνη.

Όλα αυτά δεν μπορούν να τα κατανοήσουν τα «εξωθεσμικά» κέντρα, που αγωνιούν μόνο για την «ταμπακέρα», και που θέλουν στην εξουσία ένα ΠΑ.ΣΟ.Κ. αξιωματούχων, απομακρυσμένων από τη λαϊκή βάση, που το μόνο που θα τους νοιάζει θα είναι η παραμονή στην εξουσία με κάθε κόστος.

Κόστος που τελικά θα το πληρώσουν οι πολίτες και η χώρα την οποία στην ουσία θα την εξουσιάζουν και θα καθορίζουν την τύχη της μερικά οικονομικά, πολιτικά και δημοσιογραφικά τζάκια. Τζάκια που προκειμένου να διατηρήσουν τα κεκτημένα χρησιμοποιούν ως υποχείριο τους πολιτικό προσωπικό αδύναμο και εξαρτημένο, χωρίς λαϊκά και κοινωνικά ερείσματα.

Πολιτικό προσωπικό παράγωγό κομματικών και κυβερνητικών δομών εξουσίας το οποίο αντλεί την δύναμη του από τα ρουσφέτια και τις προνομιακές του σχέσεις με μεγάλα και μικρά κανάλια και με κεντρικά και περιφερειακά συγκροτήματα.

Σε αυτό το ΠΑ.ΣΟ.Κ. ο λαός έχει γυρίσει τη πλάτη. Σε αυτό το ΠΑ.ΣΟ.Κ. ο λαός δεν δείχνει εμπιστοσύνη. Σε αυτό το ΠΑ.ΣΟ.Κ. δεν υπάρχει καμία ελπίδα για πραγματική εξουσία του λαού και για πραγματική αλλαγή στη χώρα. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. οφείλει να ξαναγίνει κόμμα Ανατροπής…όχι της γνωστής εκπομπής.

Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2007

ΠΑ.ΣΟ.Κ.: Η Επόμενη μέρα

Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να προσεγγίσει κάποιος το ζήτημα το οποίο έχει ανακύψει στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. Ο καλύτερος τρόπος είναι η ανάλυση να ξεκινήσει από τα σημαντικά (μείζονα) και να καταλήξει στα λιγότερο σημαντικά (ελάσσονα). Τα σημαντικότερα ζητήματα σε αυτή την κλίμακα έχουν ιδεολογική, εθνική και πολιτική διάσταση.

Το ιδεολογικό ζήτημα είναι που τοποθετούμε το ΠΑΣΟΚ στο σύγχρονο πολιτικό χάρτη και τι πιστεύουμε ότι εκφράζει και εκπροσωπεί.

Το εθνικό ζήτημα είναι τι επιδιώκουμε για τη χώρα. Τι μοντέλο κράτους και κοινωνίας οραματιζόμαστε και θέλουμε να διαμορφώσουμε.

Το πολιτικό ζήτημα είναι πως και με ποιους θέλουμε να κάνουμε τα παραπάνω.

Σε όλα τα επίπεδα υπάρχει μια κοινή συνισταμένη και όλα τα παραπάνω συγκλίνουν σε ένα ενδιάμεσο στόχο, την εξουσία. Η εξουσία είναι το όπλο για να εκφράσεις τις ιδέες σου και να εκπροσωπήσεις τους πολίτες. Η εξουσία είναι το μέσον για να διαμορφώσεις την χώρα και την κοινωνία που θες. Η εξουσία είναι η διαδικασία με την οποία αποδεικνύεις πως και με ποιους σχεδιάζεις και υλοποιείς όσα διακηρύσσεις ιδεολογικά, πολιτικά και προγραμματικά.

Α. Το ιδεολογικό ζήτημα

Προσωπικά, λοιπόν στο ιδεολογικό ζήτημα, τοποθετώ το ΠΑ.ΣΟ.Κ. στη σφαίρα της σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας. Ο όρος είναι αντιπροσωπευτικός δυο βασικών συνιστωσών. Σοσιαλισμός στην οργάνωση και την δομή της οικονομίας και της κοινωνίας. Δημοκρατία στην οργάνωση των θεσμών και την λειτουργία του κράτους. Κάθε τι άλλο και κάθε διαφορετική ερμηνεία είναι παραπλανητική, περίπλοκη και τελικά άστοχη.

Οι δυο αυτές συνιστώσες εκφράστηκαν από τον Ανδρέα Παπανδρέου με κεντρικές πολιτικές επιλογές που διαπότισαν το σύνολο των δράσεων του Κινήματος. Στο πρώτο επίπεδο δόθηκε το δικαίωμα στον λεγόμενο «μη προνομιούχο» να αποκτήσει «στον ήλιο μοίρα». Δηλαδή δόθηκε στο μεγαλύτερο κομμάτι του λαού το δικαίωμα στις ίσες ευκαιρίες, στην ελπίδα και στην αξιοπρεπή διαβίωση.

Η πρώτη 8ετία του ΠΑ.ΣΟ.Κ. έφερε κυρίαρχα στοιχεία κοινωνικής ισότητας και κοινωνικής αλληλεγγύης. Σχεδίασε, οργάνωσε και υλοποίησε θεσμούς, δομές και υποδομές, ώστε όλοι οι Έλληνες να έχουν πρόσβαση και ικανοποιητικό επίπεδο στην παιδεία, στην υγεία, στις πηγές ενέργειας, στις μεταφορές, στην κοινωνική ασφάλιση, στα εργασιακά δικαιώματα, στον πολιτισμό.

Η δεύτερη συνιστώσα θεμελιώθηκε στη βάση του: «Η Ελλάδα να ανήκει στους Έλληνες». Δηλαδή ο λαός να είναι ο μόνος που αποφασίζει για τις τύχες του. Αυτό δεν εκφράστηκε μόνο από την εμπέδωση της δημοκρατίας και την ενίσχυση της κεντρικής κυβέρνησης, έναντι των κέντρων και παράκεντρων εξουσίας. Εκφράστηκε μέσα από την αναγνώριση και κατοχύρωση συνδικαλιστικών ελευθεριών, μέσα από την αναβάθμιση της συνεταιριστικών οργανώσεων, την θεμελίωση και οργάνωση της τοπικής αυτοδιοίκησης, μέσα από την ενίσχυση της συμμετοχής των πολιτών-εργαζομένων-φοιτητών στην διοίκηση επιχειρήσεων, πανεπιστημίων και άλλων φορέων.

Οι δυο αυτές ενότητες έδωσαν στη χώρα μια άλλη όψη. Μια όψη που δεν σήμαινε απλώς «καλύτερες μέρες», αλλά υλοποιούσε για πρώτη φορά την πεμπτουσία των βασικών αρχών και ανθρώπινων αξιών. Δημοκρατία, ελευθερία, ισότητα, αλληλεγγύη, ισονομία, κλπ.

Αυτή η ιδεολογική προσέγγιση χρειάζεται σήμερα επικαιροποίηση. Ο όρος «σύγχρονη» έχει την έννοια ότι πρέπει να συνεχίσουμε να διακηρύττουμε και να στοχεύουμε τα παραπάνω, αλλά επιβάλλεται να το κάνουμε με νέους τρόπους, με νέους θεσμούς και κυρίως αντιμετωπίζοντας νέους κινδύνους.

Ποιες ήταν λοιπόν οι πρώτες πολιτικές πρωτοβουλίες του Γιώργου Παπανδρέου? Να εισάγει νέα θέματα. Η σημασία και ο ρόλος της γυναίκας στη πολιτική και όχι μόνο ζωή. Ο ρόλος και η αξία των μεταναστών στη οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας. Η σημασία του περιβάλλοντος για το μέλλον του πλανήτη και την ποιότητα ζωής. Η σημασία της αυτονομίας του πολιτικού συστήματος από κάθε λογής κέντρα και παράκεντρα εξουσίας. Ο κατάλογος είναι μακρύς…

Πως αντέδρασε το πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο? Απαξιώνοντας την συγκεκριμένη θεματολογία και θέτοντας κλασσικά, παραδοσιακά θέματα. Φυσικά σε μια λογική γενικότητας και επιφανειακά. Δημιουργώντας σύγχυση για τον ρόλο αριστεράς-δεξιάς και για την διαφορετικότητα ΠΑ.ΣΟ.Κ.-ΝΔ.

Έτσι το πολιτικό προσωπικό και το στελεχιακό δυναμικό του ΠΑ.ΣΟ.Κ. ελάχιστα ασχολήθηκε με τα παραπάνω. Όλοι όσοι το επιχείρησαν έμειναν μόνοι και σε κάποιο βαθμό απαξιώθηκαν. Τα παραπάνω αποδεικνύουν ότι το σημερινό ΠΑ.ΣΟ.Κ. δεν μπορεί να είναι σύγχρονο και δεν μπορεί να γίνει προοδευτικό. Όχι γιατί δεν τα λέει ή δεν τα σκέφτεται, αλλά γιατί είναι δέσμιο του παρελθόντος των «προσωπικοτήτων» που το απαρτίζουν.

Από κόμμα της συλλογικότητας και κίνημα ιδεών μετατράπηκε σε «κίνημα» «προσκόλλησης» στην εξουσία και σε κόμμα «γραφειοκρατίας». Αυτή η μεταστροφή είναι φυσιολογική. Όταν κάποιος ασκεί εξουσία, με τον συγκεντρωτικό τρόπο που αυτή δομείται στην Ελλάδα, είναι μοιραίο να αλλοτριώνεται, να συμβιβάζεται και τελικά να χειραγωγείται από την επιθυμία να την διατηρήσει ή να την αναβαθμίσει.

Άρα το κλειδί της πορείας ενός προοδευτικού κόμματος, ώστε να μπορέσει να παραμένει κίνημα αρχών, αξιών και ιδεών και να μπορεί να σχηματοποιεί την πολιτική του στη βάση των κοινωνικών και οικονομικών δεδομένων είναι η ανανέωση και η αποκέντρωση.

Η μεν ανανέωση-εναλλαγή διασφαλίζει την προστασία από τις σειρήνες της εξουσίας. Η δε αποκέντρωση διασφαλίζει την μείωση της εξουσίας του ενός και την διεύρυνση της συλλογικότητας στην λήψη των αποφάσεων. Οι δυο παραπάνω συνιστώσες στην ουσία τελικά ενισχύουν την δημοκρατία.

Αυτά τα δυο ήταν οι δυο πρώτες οργανωτικές επιλογές του Γιώργου. Ανανέωση στο Ευρωψηφοδέλτιο, ανανέωση στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας, ανανέωση στο προσωπικό και στο «περιβάλλον» της Χ. Τρικούπη, ανανέωση στη Βουλή. Αποκέντρωση των οργάνων με ενίσχυση του ρόλου των δημοτικών οργανώσεων και συγκρότηση περιφερειακών επιτροπών.

Ποια ήταν η αντίδραση του πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου στις παραπάνω αλλαγές?

Το πολιτικό κατεστημένο μίλησε για σύγχυση αρμοδιοτήτων, περίπλοκη δομή και χαοτική λειτουργία. Φυσικά η σύγχυση και το χάος υπήρχε μόνο στο κεφάλι τους, και προκλήθηκε από την απώλεια του ρόλου τους και την αδυναμία να συν-λειτουργήσουν.

Πρακτικό αποτέλεσμα; Π.χ. στο Ηράκλειο κανένα όργανο δεν δούλεψε γιατί τα «στελέχη» δεν έχουν μάθει να δουλεύουν δημόσια με διαφάνεια στα όργανα, αναλαμβάνοντας και τις ευθύνες των επιλογών τους, αλλά έχουν μάθει να παζαρεύουν, να εκβιάζουν και να καιροσκοπούν διαφυλάττοντας τον προσωπικό τους ρόλο και το μέλλον τους.

Το οικονομικό κατεστημένο μίλησε για απαξίωση ικανών στελεχών, για «αγνώστους που δεν τους ξέρει ούτε η μάνα τους» και λοιδορούσε τις επιλογές στην λογική «με την …. θα κερδίσει τον Καραμανλή;»

Η ανάλυση των αρχικών πολιτικών και οργανωτικών επιλογών του Γιώργου Παπανδρέου και η αντίδραση του πολιτικού και οικονομικού κατεστημένου ερμηνεύουν γιατί δεν έγινε πράξη το «άλλαξε τα όλα».

Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και άρα ο Πρόεδρος του, οφείλει να θέλει την εξουσία ως μέσο για να εφαρμόσει τις πολιτικές του. Τα στελέχη –προσωπικότητες– του δυστυχώς την θέλουν/έχουν κίνητρο για να δράσουν. Τα συμφέροντα την έχουν ως αυτοσκοπό.

Τι μπορεί λοιπόν να κάνει ένας «κούκος» και πως μπορεί να φέρει την άνοιξη?

Β. Το εθνικό ζήτημα

Ας δούμε λίγο το εθνικό ζήτημα. Τι χώρα θέλουμε?

Η έννοια σύγχρονη είναι κατ’ αρχή γενική, σε δεύτερη φάση είναι τεχνοκρατική. Άρα το «σύγχρονος» και κατ’ επέκταση το «εκσυγχρονισμός» της χώρας δεν μπορεί να είναι η βάση μιας πολιτικής συζήτησης. Συνεπώς οφείλουμε να προσεγγίσουμε το θέμα σε δυο συνιστώσες. Η πρώτη αφορά την κοινωνία, δηλαδή τι κοινωνία θέλουμε και η δεύτερη αφορά το κράτος, δηλαδή τι δομές θέλουμε.

Η κοινωνία επίσης δεν είναι μονοσήμαντος όρος. Η κοινωνία διαμορφώνεται στη βάση των οικονομικών σχέσεων (προφανώς και στη βάση πολιτισμικών, ιστορικών, θρησκευτικών και γεωγραφικών επιρροών, αλλά αυτό είναι μια άλλου είδους συζήτηση).

Τα μέσα παραγωγής (από την βιομηχανική επανάσταση και μετά), οι δομές παραγωγής (από το 1917 και μετά), οι πηγές πλούτου (από την αρχή της ιστορίας), η τεχνολογία (από το 1960 και μετά) διαμορφώνουν την κοινωνική πραγματικότητα, τα κοινωνικά αιτήματα και τα κοινωνικά δικαιώματα.

Στη βάση αυτή λοιπόν η σοσιαλιστική προσέγγιση για την κοινωνία σήμερα συμπυκνώνεται στο: «κοινωνία που παράγει πλούτο και τον διανέμει δίκαια».

Η προσέγγιση είναι αποκαλυπτική. Τον πλούτο δεν τον παράγει το κράτος! (κομμουνισμός). Δεν τον παράγει η επιχείρηση-κεφάλαιο (φιλελευθερισμός)! Τον παράγει η κοινωνία !!! Ο επιχειρηματίας με το κεφάλαιο, ο εργαζόμενος με την γνώση, την δεξιότητα, το ταλέντο, την έμπνευση, την φαντασία, την δημιουργικότητα του. Τα πανεπιστήμια-ινστιτούτα με την έρευνα και την καινοτομία.

Το κράτος με τους θεσμούς, τις δομές και τις υποδομές και τον λεγόμενο ρόλο του «διαιτητή», του «χρηματοδότη» και του «φύλακα των κανόνων του παιχνιδιού».

Το «παραμύθι» λοιπόν ότι η αγορά παράγει και άρα μοιράζει, θέτει τους κανόνες και αναδεικνύει τα κοινωνικά ζητούμενα είναι το πρώτο θεμελιώδεις πεδίο σύγκρουσης με τη δεξιά…. άρα και με κάθε μορφής οικονομικό κατεστημένο που θέλει να «μοιράζει» (πέρα από πλούτο και αίγλη) πολιτική εξουσία και προνόμια.

Έτσι η κοινωνία παράγει. Άρα όλα τα μέρη της κοινωνίας πρέπει να συμμετέχουν στην παραγωγική διαδικασία. Άρα ίσες ευκαιρίες για όλους στην γνώση-μόρφωση-απόκτηση δεξιότητας. Ίσες ευκαιρίες στην επιχειρηματικότητα-ανταγωνιστικότητα, στο δημόσιο χρήμα-πρόσβαση. Ίσες ευκαιρίες πρόσβασης στην δημόσια διοίκηση-αξιοκρατία, στην δικαιοσύνη-ισονομία.

Τι γίνεται με όσους δεν μπορούν? Τι γίνεται με όσους αστοχήσουν στις επιλογές τους? Τι γίνεται με όσους δεν μπορέσουν να ακολουθήσουν την κοινωνική πραγματικότητα? Εκεί παρεμβαίνει το κράτος (η ανάλυση λίγο αργότερα).

Η κοινωνία λοιπόν τελικά δικαιούται και να μοιράσει! Τον πλούτο. Η κοινωνία λοιπόν χρειάζεται θεσμούς διανομής του πλούτου. Άρα θεσμοί διαιτησίας και κανόνων, θεσμοί προστασίας, θεσμοί διανομής, δηλαδή κράτος!

Η Νομοθετική Εξουσία θέτει του κανόνες τόσο της λειτουργίας της αγοράς όσο και της διανομής του πλούτου. Η Εκτελεστική Εξουσία τους εφαρμόζει και σε κυρίαρχο βαθμό καθορίζει την αποτελεσματικότητα τους. Η Δικαστική Εξουσία-ανεξάρτητες Αρχές[1] επιτηρεί, ελέγχει και τιμωρεί. Αυτός, προφανώς, είναι ο ιδεολογικός πυρήνας της σημερινής αστικής δημοκρατίας, αυτό σημαίνει ότι συμφωνούμε με τη ΝΔ; Όχι!

Ο πολιτικός διάλογος (και άρα και οι διαφορές με τη Νέα Δημοκρατία-πέρα από το ιδεολογικό επίπεδο) γίνεται για το ποιοι είναι οι κανόνες… πόσο γρήγορα το κράτος αφομοιώνει τις εξελίξεις, πόσο γρήγορα προβλέπει και προλαμβάνει αδυναμίες και προβλήματα και ποιος και πως ελέγχει τους νομοθετούντες, εκτελούντες και ελέγχοντες.

Για το τελευταίο η απάντηση για εμάς είναι: ο Λαός. Ο λαός που οργανώνεται σε κόμματα, φορείς και συλλογικότητες. Που ελέγχει όχι μόνο ανά τετραετία, αλλά καθημερινά.

Η σύγκρουση με την δεξιά είναι προφανής. Η Δεξιά δεν θέλει κανόνες, θέλει πολιτική «κολλητών» και «κουμπάρων». Δεν θέλει αξιοκρατία, θέλει «γαλάζιες» προσλήψεις. Δεν θέλει ανεξάρτητες αρχές και διάκριση εξουσιών, γι’ αυτό επιβάλει άκρατο κομματισμό και περικοπές εξουσιών σε ότι δεν μπορεί να ελέγξει (π.χ. Συνταγματικό Δικαστήριο για να περιορίσει το ρόλο του ΣτΕ).

Ταυτόχρονα η φιλελεύθερη δεξιά αποδέχεται ότι τα όρια της κοινωνικής πολιτικής τα θέτει η οικονομία. Ειδικά στην χώρα μας, οπού ακόμα και οι οικονομικοί κανόνες δεν δομούνται με βάση την δικαιοσύνη-ανταγωνιστικότητα και την ακεραιότητα-αξιοκρατία, όπως στα πραγματικά αναπτυγμένα κράτη, γίνεται κατανοητό γιατί η δεξιά «κοινωνική πολιτική» δεν μπορεί να δομηθεί σε στέρεες βάσεις. Στην ουσία είναι ένα εκκρεμές μεταξύ λαϊκισμού και άστοχων-κυλιόμενων υποσχέσεων.

Συμπερασματικά, η διανομή του πλούτου από την κοινωνία δεν πρέπει να γίνεται μόνο στη βάση της συνεισφοράς του ατόμου στη παραγωγικότητα, αλλά στη βάση των αναγκών του ανθρώπου (τόσο ως είδος όσο και στο πλαίσιο του διαμορφούμενου πολιτισμικού-καταναλωτικού περίγυρου). Ταυτόχρονα πρέπει και να διασφαλίζεται η προσέγγιση όλων στο μέσο όρο του επιπέδου διαβίωσης, που σαφώς ξεκινάει από την βάση της αξιοπρέπειας.

Η πρόληψη των αδυναμιών στηρίζεται στον έλεγχο της αγοράς και στην ανανέωση (εδώ και μόνο κολλάει ο «εκσυγχρονισμός») του θεσμικού πλαισίου και των κοινωνικών δομών. Εγγυητής για τα παραπάνω είναι πάλι ο λαός. Μέθοδος είναι η αποκέντρωση, η ενίσχυση της τοπικής αυτοδιοίκησης και η απελευθέρωση των πολιτών από την εξάρτηση, την φοβικότητα και την άγνοια (παιδεία).

Έτσι με τους παραπάνω άξονες δομείται και η κοινωνική πολιτική, η οποία οφείλει να είναι ταυτόχρονα γενική-καθολική, αλλά και αξονική-στοχευμένη. Στην γενικότητα αυτή εντάσσεται η πολιτική για την οικογένεια που ξεκινάει από το σταθερό μηνιαίο επίδομα μέχρι τους παιδικούς σταθμούς, το δημόσιο και επαρκές εκπαιδευτικό σύστημα, τις γυναικολογικές-παιδιατρικές υπηρεσίες υγείας, τους συμβούλους γονέων-οικογενειακού προγραμματισμού, κλπ. Ενώ ως αξονικές-στοχευμένες πολιτικές εννοούμε πολιτικές για την καταπολέμηση της παραβατικότητας των νέων, την επιδοματική-επαγγελματική-νοσηλευτική στήριξη των ΑΜΕΑ, την πολιτική κατάρτισης-αποκατάστασης των ανέργων, κλπ.

Όλα τα παραπάνω είναι στοιχεία που υπάρχουν και στην εσωτερική σύγκρουση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Οι κανόνες οφείλουν να είναι αυστηροί. Ίδιοι για όλους και τελικά να δίνουν ευκαιρίες, να προάγουν την παραγωγικότητα και την καινοτομία και να διασφαλίζουν τον υγιή ανταγωνισμό. Η διανομή επίσης επιβάλλεται να γίνεται δίκαια, ενισχύοντας τον πιο αδύναμο αρχικά, και διευρύνοντας την πρόσβαση στον πλούτο σε όλους. Ταυτόχρονα η κοινωνική πολιτική δεν μπορεί να είναι ρουσφετολογική ή υπουργοκεντρική, αλλά καθολική και διαφανής.

Γ. Το πολιτικό ζήτημα

Αλήθεια ποια είναι η εντύπωση των πολιτών για τους κανόνες και την εφαρμογή τους την περίοδο 1996-2004?

Όλοι ξέρουμε ότι οι πολίτες καταδίκασαν το ΠΑ.ΣΟ.Κ. γιατί ανέδειξε την εύνοια του σε συγκεκριμένα οικονομικά συμφέροντα. Γιατί αποιδεολογικοποίησε την λειτουργία των θεσμών. Γιατί απομάκρυνε τον λαό από την δυνατότητα ελέγχου και τελικά γιατί έδωσε βάση στις δομές και τις υποδομές που ενδιέφεραν τους ισχυρούς. Δεν πραγμάτωσε ένα συνολικό σχεδιασμό για όλους. Πραγμάτωσε έναν σχεδιασμό για όσους μπορούν, για όσους προσαρμόζονται και για όσους τα καταφέρνουν!

Το ίδιο συνέβη και με τις κοινωνικές πολιτικές. Έχασαν την γενικότητα τους και αναπτύχθηκαν μόνο για ειδικές ομάδες του πληθυσμού. Έτσι δεν υπήρξε η προσπάθεια που χρειαζόταν για την αναμόρφωση του συστήματος υγείας και την ενίσχυση μεγάλων ομάδων του πληθυσμού.

Έτσι μοιραία πέρα από το ιδεολογικό και εθνικό-θεσμικό ζήτημα ερχόμαστε στο σκέλος του ποιους εκπροσωπούμε και στο ζήτημα του με ποιους και πως θέλουμε να υλοποιήσουμε αυτά που ιδεολογικά-πολιτικά-κοινωνικά πιστεύουμε.

Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. οφείλει να θέλει και να επιδιώκει να τους εκπροσωπήσει όλους. Όλες τις κοινωνικές ομάδες, όλες τις οικονομικές τάξεις. Αυτό πρέπει να γίνεται όμως ξεκαθαρίζοντας μερικά απλά πράγματα.

1. Η πολιτική του πρέπει να αποσκοπεί στην συνολική πρόοδο του έθνους και του κράτους, τόσο στη λογική της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και της παραγωγικότητας της κοινωνίας, όσο και στην κατεύθυνση της δίκαιης πλήρους και απόλυτης διανομής του πλούτου.

2. Η πολιτική του οφείλει να προσεγγίζει με απόλυτη προτεραιότητα την προστασία των φυσικών πόρων, τόσο ως πηγή ζωής, αλλά και ως προς την συντήρηση τους για να μπορούν να αποτελούν πηγή πλούτου και στο μέλλον. Ταυτόχρονα να θεμελιώνει τη σχέση με το φυσικό και δομημένο περιβάλλον στη λογική της ποιότητας ζωής για όλους.

3. Η οργάνωση των θεσμών, των δομών και των υποδομών οφείλει να γίνεται στη βάση των ίσων δικαιωμάτων έναντι όλων των φυσικών ή νομικών προσώπων και στη λογική της καταπολέμησης και τιμωρίας κάθε μορφής αδικίας και εκμετάλλευσης. Η αδικία και η εκμετάλλευση δεν αφορά μόνο το κομμάτι των εργασιακών σχέσεων. Αφορά την προστασία των γυναικών, των μεταναστών, κλπ και την διασφάλιση των δικαιωμάτων ατόμων με ψυχικά προβλήματα, ΑΜΕΑ, κλπ. Ταυτόχρονα περιλαμβάνει τα δικαιώματα του καταναλωτή σε κάθε μορφή συναλλαγής και εμπορικής δραστηριότητας.

4. Τέλος, απόλυτος στόχος επιβάλλεται να είναι η ευημερία. Έννοια που αποτελείται από πολλές συνιστώσες οι οποίες δεν σχετίζονται μόνο με την υλική υπόσταση του ατόμου, αλλά και με ζητήματα που επηρεάζουν την ψυχική ηρεμία και την ψυχολογική ισορροπία. Η ασφάλεια, η οικογενειακή γαλήνη, η πρόνοια, το ασφαλές περιβάλλον, ο πολιτισμός, ο ελεύθερος χρόνος, η ποιότητα και η αισθητική χώρων και κατασκευών επιβάλλεται να αποτελούν αντικείμενο των πολιτικών ενός προοδευτικού, αριστερού και σύγχρονου σοσιαλιστικού κόμματος.

Είναι προφανές ότι τα παραπάνω δεν μπορούν να υλοποιηθούν με όλους. Πάντα θα υπάρχουν αυτοί που θέλουν να κερδοσκοπούν εις βάρος του περιβάλλοντος, του δημοσίου συμφέροντος, των εργαζομένων τους, των καταναλωτών κλπ. Πάντα θα υπάρχουν οι αριβίστες, οι τυχοδιώκτες και τα παράσιτα. Με αυτούς λοιπόν δεν μπορούμε να είμαστε μαζί. Πάντα θα υπάρχουν αυτοί που θέλουν να έχουν μεγαλύτερο μερίδιο εξουσίας από αυτό που τους αναλογεί, μεγαλύτερη επιρροή από αυτή που το πολίτευμα και η αίσθηση του μέτρου επιβάλει. Πάντα θα υπάρχουν αυτοί που θα κάνουν μέτρο του δημόσιου λόγου και του προσανατολισμού της χώρας τα δικά τους συμφέροντα.

Με όλους αυτούς όχι μόνο δεν μπορούμε να πάμε μαζί. Αλλά είμαστε δομικά απέναντι. Είναι οι κοινωνικοί και πολιτικοί μας αντίπαλοι. Είναι εκφραστές της συντήρησης, της ‘λαμογιάς’ και της ολιγαρχίας.

Δυστυχώς, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. τα προηγούμενα χρόνια (1996-2004) διαμόρφωσε μια νέα κοινωνική-οικονομική ελίτ που το κύριο χαρακτηριστικό της ήταν η αλαζονεία και η εξουσιομανία. Αποσύνδεσε την κομματική λειτουργία από τον λαό και περιόρισε τα μαζικά χαρακτηριστικά της. Μετέτρεψε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. από κοινωνικό κίνημα σε κόμμα αξιωματούχων και την κοινωνική-δημόσια διαβούλευση σε παζάρι-συναλλαγή διαδρόμων και γραφείων. Καθιέρωσε την λογική ανταλλαγής της κομματικής εξουσίας με κρατική εξουσία και την συναλλαγή με επιχειρηματίες ως μέσο πολιτικής επιβίωσης.

Έτσι αυτό το κόμμα, μετά το 2004 δεν μπόρεσε να αλλάξει. Δεν μπόρεσε να μπολιαστεί. Δεν μπόρεσε να επανέλθει στη λαϊκή του βάση και την ιδεολογική του αφετηρία. Ο Γιώργος Παπανδρέου βρήκε πολλούς «Παπανδρεϊκούς» όταν ανέλαβε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. Ελάχιστοι όμως είχαν διαφορετικοί βούληση από όσα περιγράφω.

Όλοι ήταν με τον «Γιώργο», γιατί κάτι περίμεναν να «πάρουν από τον Γιώργο».

Έτσι όχι μόνο δεν στήριξαν πολιτικές επιλογές, τομές και καινοτομίες, αλλά υπονόμευσαν κάθε τι που θα οδηγούσε σε ένα ΠΑ.ΣΟ.Κ., από το οποίο δεν θα μπορούσαν να πάρουν και δεν θα μπορούσαν να διαπραγματευτούν.

Το αισθητήριο του λαού μας είναι τις περισσότερες φορές αλάθητο. Ένα τέτοιο ΠΑ.ΣΟ.Κ. «προνομιούχων» και «φιλόδοξων» δεν άξιζε την λαϊκή ψήφο. Έτσι οι πολίτες κυρίως οι «μη προνομιούχοι» που κατάλαβαν την ψευτιά της ρητορείας του Καραμανλή και δεν είδαν το ΠΑ.ΣΟ.Κ. να αλλάζει πήγαν «αριστερά».

Διαμαρτυρήθηκαν, αντέδρασαν και προειδοποίησαν. Ο λαός του ΠΑ.ΣΟ.Κ. (είτε γύρισε είτε έμεινε, είτε έφυγε) οφείλει να εξάγει τα σωστά συμπεράσματα και να πλαισιώσει δυναμικά «τον κούκο», ώστε να φέρει με παλλαϊκό τρόπο την άνοιξη.

Δ. Το νέο ΠΑ.ΣΟ.Κ.

Σήμερα βρισκόμαστε σε ένα σταυροδρόμι. Θα αφήσουμε όλους αυτούς που αλλοίωσαν το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και καταδίκασαν την προοδευτική παράταξη σε ανυποληψία και αναξιοπιστία να γίνουν τιμητές του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και θεμελιωτές του μέλλοντος?

Θα αφήσουμε αυτούς που μετατόπισαν το κέντρο βάρος της πολιτικής σκηνής από την αριστερά και τον σοσιαλισμό στο απολίτικο κέντρο (κεντροαριστερά-κεντροδεξιά …με ασαφή ιδεολογικά όρια) και τον «μεσαίο χώρο» να επιβάλουν μια πολιτική λύση που δεν διαφέρει κρίσιμα από την εξουσία που ασκεί ο Κώστας Καραμανλής;

Η απάντηση είναι σαφώς όχι! Σήμερα μαζί με τον λαό θα ολοκληρώσουμε την μετάβαση στη νέα εποχή και την ιδεολογική-πολιτική «κάθαρση» του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Θα αποτινάξουμε την επιρροή από όλα τα κρατικοδίαιτα παράσιτα και τις TV-personas πολιτικούς του star system της Αθήνας. Θα απομονώσουμε από την εξουσία όλες τις μη πολιτικές, τις μη καθαρές και τις μη αυθεντικές φωνές στο ΠΑ.ΣΟ.Κ.

Όχι επειδή κάποιοι είναι «τα ικανά στελέχη» ή επειδή δεν γίνεται ανεκτή η αντίθετη άποψη. Όχι επειδή κάποιοι έχουν το αλάθητο και κατέχουν την απόλυτη αλήθεια ως επαΐοντες, αλλά γιατί αυτό ταιριάζει στην ιδεολογία, στην ιστορία και τους πολιτικούς-κοινωνικούς στόχους μας.

Οι ιδέες του Γιώργου Παπανδρέου, η φιλοσοφία του προγράμματος του ΠΑ.ΣΟ.Κ., το νέο μοντέλο οργάνωσης και διοίκησης της χώρας, η νέα σχέση πολίτη-πολιτικού και πολιτικού συστήματος-οικονομικής εξουσίας δεν μπορεί να δομηθεί με βάση την βούληση των συγκροτημάτων. Δεν μπορεί να δομηθεί στη βάση της ανάκτησης της εξουσίας με κάθε τρόπο. Δεν μπορεί να δομηθεί στη βάση της εξάρτησης από το πολιτικό-κοινωνικό-οικονομικό κατεστημένο που έχει διαμορφώσει οριζόντια επιρροή και έλεγχο προσώπων σε όλα τα κόμματα.

Δεν είμαστε όλοι ίδιοι, κυρίως δεν είμαστε «κεντρώοι» ή μετέχοντες «στο κοινωνικό κέντρο».

Δεν είμαστε αναζητητές διακομματικών συναινέσεων για απολιτικές επιλογές «μεσαίου χώρου».

Δεν είμαστε «καθώς πρέπει» και «καθεστωτικοί».

Είμαστε ανατρεπτικοί!

Είμαστε προοδευτικοί και κυρίως είμαστε ανεξάρτητοι!

Έχουμε οδηγό μας το λαό και τις ανάγκες του, την χώρα και τις προοπτικές της.

Έχουμε να αντιμετωπίσουμε προκλήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο και χρειαζόμαστε ανοιχτό μυαλό και αντιλήψεις και όχι προσκόλληση στην εξουσία και στον έλεγχο «μικρομάγαζων».

Η μάχη για την αυτονομία της πολιτικής. Η μάχη για την ενίσχυση της λαϊκής εξουσίας ξεκίνησε. Όπως ο Γεώργιος Παπανδρέου συγκρούστηκε με το πολιτικό κατεστημένο της εποχής του. Όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου αγνόησε το πολιτικό κατεστημένο της δικής του εποχής και εισήγαγε τον σοσιαλισμό στην ελληνική πραγματικότητα. Έτσι ήρθε η ώρα του Γιώργου Α. Παπανδρέου να θέσει τις βάσεις της νέας δημοκρατικής παράταξης. Τις βάσεις του δεύτερου πραγματικά λαϊκού κύκλου της μεταπολίτευσης.

Τα μεγάλα συμφέροντα ποτέ δεν ήταν «αριστερά» ή «δεξιά». Ποτέ δεν ήταν «σοσιαλιστικά» ή «φιλελεύθερα». Ήταν πάντα με την σταθερότητα, με την ήπια προσαρμογή στις εξελίξεις και με την μονοσήμαντη παρακολούθηση τις διεθνούς πραγματικότητας.

Τα λαϊκά συμφέροντα έχουν χρώμα και αποχρώσεις. Εμείς τους δίνουμε χρώμα πράσινο. Χρώμα ελπίδας, χρώμα δημιουργίας.

Η αλλαγή στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. δεν μπορεί να είναι προϊόν συμφωνιών κορυφής, συναλλαγής παρασκηνίων και δαχτυλιδιών. Οφείλει να είναι προϊόν λαϊκής δράσης, συστράτευσης και συμμετοχής. Με τον Γιώργο πάμε μπροστά όχι μόνο για την εξουσία. Πάμε μπροστά για Εθνική Ανεξαρτησία – Λαϊκή Κυριαρχία – Κοινωνική Δικαιοσύνη – Δημοκρατική Διαδικασία.

Η εξουσία θα έρθει και θα ‘κρατήσει’ μόλις γίνουμε αξιόπιστοι, μόλις γίνουμε καθαροί, μόλις βρούμε τη λαϊκή ρίζα μας. Η εξουσία είναι το μέσον όχι ο στόχος και πρέπει να καταληφθεί με αξία, ιδέες και αξιοπρέπεια, όχι με «τηλε-star» και «ρεσάλτο».

Ο Γιώργος Α. Παπανδρέου, όπως ο Ανδρέας Γ. Παπανδρέου, ανέλαβε την προοδευτική-δημοκρατική παράταξη μετά από μια περίοδο κρίσης. Την ανέλαβε όχι επειδή ήθελε εξουσία ή ως κληρονομικό δικαίωμα. Την ανέλαβε επειδή είχε γνώση της ιστορικής του ευθύνης. Είχε γνώση και επίγνωση χρέους και καθήκοντος και κυρίως έχοντας το ανάστημα του ηγέτη, που κατά τη γνώμη μου, ποτέ δεν είχε και ποτέ φυσικά δεν απέκτησε (σε αυτόν τον βαθμό) ο Κώστας Σημίτης.

Ο Κώστας Σημίτης ήταν πάντα «κεντρώος». Ήταν πολιτικός των συγκλήσεων και των συνεννοήσεων. Έθεσε αναγκαίους μεν, αλλά αμιγώς τεχνοκρατικούς στόχους και δεν ασχολήθηκε με τα κακώς κείμενα της κοινωνίας και του οικονομικού συστήματος.

Πορεύθηκε στη βάση των αναγκών που υπαγόρευαν οι δεσμεύσεις της χώρας και οι ανάγκες της παραγωγικής της βάσης, αδιαφορώντας για τον παράγοντα «άνθρωπο» και για μια σειρά αξιών που για έναν σοσιαλιστή θα έπρεπε να ήταν προτεραιότητα.

Ο Κώστας Σημίτης έχει την θέση του στην ιστορία της χώρας μας. Έχει τις επιτυχίες και τις υστερήσεις του, έχει χρεωθεί σημαντικό έργο και παραλείψεις. Αυτό που δεν έχει είναι η νομιμοποίηση να κρίνει, να επικρίνει και να αναγορεύεται σε τιμητή του μέλλοντος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Δεν έχει το δικαίωμα να κρίνει την κορυφαία δημοκρατική διαδικασία της επιλογής του Προέδρου του ΠΑ.ΣΟ.Κ. από τον λαό με βάση, το μη ικανοποιητικό για κάποιους, διαφαινόμενο αποτέλεσμα.

Εν τέλει δεν έχει το κύρος και το ανάστημα του ηγέτη της δημοκρατικής παράταξης. Ο Κώστας Σημίτης ήταν ο Πρωθυπουργός που δεν έχασε ποτέ! Ο Πρωθυπουργός που τόλμησε να αξιολογήσει την ήττα του Γιώργου Παπανδρέου, που αυτός έχτισε με τις παραλείψεις των πολιτικών του, με τις επιλογές αιχμής, που δυσαρέστησαν, και με τα ‘λαμόγια’, που αηδίασαν τον λαό.

Ο Πρωθυπουργός που μπέρδεψε τον τεχνοκρατισμό με την πολιτική και τους οικονομικούς και επιχειρηματικούς στόχους με τις κοινωνικές ανάγκες και τα δικαιώματα των πολιτών. Ο Πρωθυπουργός που διέλυσε το «κόμμα και το κράτος» και το παρέδωσε σε κάθε λογής «Τσουκάτους», και σε μερικά «υποτακτικά» και «λαμπερά» ανδρείκελα τους.

Φίλες και φίλοι, οι στιγμές είναι ιστορικές και οι ευθύνες των μελών και φίλων του ΠΑ.ΣΟ.Κ. μεγάλες. Η νέα συλλογικότητα του ΠΑ.ΣΟ.Κ., η ενότητα και η κοινή μας πορεία διαμορφώνεται σε μια νέα βάση. Δομείται πάνω σε μια μεγάλη πολιτική συμφωνία και όχι στη βάση μιας «προσωπικής σύμβασης στελεχών». Μια συμφωνία που καθορίζει τα μείζονα σε ιδεολογικό, εθνικό και πολιτικό επίπεδο.

Μια συμφωνία που τίθεται με διαφάνεια, χωρίς παζάρια και παρασκήνια στην κρίση του λαού. Μια νέα αρχή που δεν αγνοεί τις ευθύνες του Γιώργου (ατολμία-ισορροπία) και τις αστοχίες του (τακτικές-επικοινωνιακές), αλλά απλά οριοθετεί τα μείζονα και τα ελάσσονα. Διακρίνει τα μεγάλα από τα μικρά. Αναδεικνύει τους στόχους σε ικανούς και αναγκαίους. Επιλέγει κοινωνικούς και πολιτικούς συμμάχους και απορρίπτει κάθε λογής τυχοδιωκτικές και αριβιστικές μεθόδους και μεθοδεύσεις.

Όλοι μαζί στελέχη, μέλη, φίλοι του ΠΑ.ΣΟ.Κ. συγκροτούμε από σήμερα μια νέα πορεία στη βάση του μέλλοντος που απαιτούμε, κατανοώντας το παρελθόν που ζήσαμε. Συγκροτούμε μια νέα πορεία στη βάση μιας λαϊκής επιταγής και όχι στην λογική της ‘από κορυφής’ επιβολής.

Το «άλλαξε τα όλα» δεν είναι δράση του ενός, είναι συλλογική σύγκρουση των πολλών με το κατεστημένο που έχει κάνει το ΠΑ.ΣΟ.Κ. από κόμμα του «λαού για τον λαό» σε κόμμα των «εκλεκτών για την πάρτη τους». Είναι σύγκρουση για μια συνολική αλλαγή της φυσιογνωμίας, της λειτουργίας και της νοοτροπίας του κόμματος και των στελεχών του. Είναι μια προσπάθεια για την συνολική αλλαγή του πολιτικού συστήματος της χώρας.

Καλό αγώνα! Για τη Νέα Αλλαγή.



[1] Προφανώς η Ανεξάρτητες Αρχές είναι μια μη πολιτική προσέγγιση της λειτουργίας της δημοκρατίας. Έμμεσα απαλλάσσει την πολιτική εξουσία από τις ευθύνες και τις αμέλειες της. Τελικά μπορεί να καταλήξει στην μεταφορά εξουσίας σε δομές που δεν ελέγχονται από τον λαό, αλλά από προσωπικότητες, άρα από μια ελίτ (επιστημονική-κοινωνική). Η γιγάντωση των ανεξάρτητων αρχών προσεγγίζει μια μορφή φεουδαρχίας! Και άρα είναι επικίνδυνη για την δημοκρατία και τον πυρήνα των δικαιωμάτων και των εξουσιών του λαού.