Τρίτη 21 Αυγούστου 2007

Ανάπτυξη στα πρότυπα του '60; Πρέπει να τους σταματήσουμε!

Εδώ και τουλάχιστον 4-5 χρόνια γίνεται μια έντονη και ουσιαστική συζήτηση για την αναπτυξιακή προοπτική της Κρήτης. Η συζήτηση περιστρέφεται κυρίως γύρω από τα μεγάλα έργα υποδομής και επικεντρώνεται στον μεγαλύτερο, πιο παραγωγικό και δυναμικά αναπτυσσόμενο Νομό του Ηρακλείου.

Από την δημόσια συζήτηση που τελευταία επικεντρώνεται στο λιμάνι του Νότου (Τυμπάκι), στο αεροδρόμιο και στην μαρίνα του Δερματά, λείπει η παντελώς ο προβληματισμός για το μοντέλο και την φιλοσοφία που θέλουμε να διέπει την ανάπτυξη του τόπου.

Πολλές αναλύσεις γίνονται αμιγώς με τεχνοκρατικά στοιχεία, ενώ άλλες γίνονται με επιφανειακή προσέγγιση, αφορισμούς και λαϊκισμό. Είναι προφανές ότι η Κρήτη είναι μια αυτοδύναμη Περιφέρεια με πολλά συγκριτικά γεωγραφικά και φυσικά πλεονεκτήματα, ανάγκες και ευκαιρίες.

Βασικό έλλειμμα στη συζήτηση που διεξάγεται είναι η επιφανειακή προσέγγιση του ζητήματος του περιβάλλοντος και η απουσία συζήτησης για την ποιότητα ζωής και την καθημερινότητα των κατοίκων και των επισκεπτών του νησιού.

Για το μεν πρώτο είναι προφανές ότι οι κλιματικές αλλαγές είναι προ των πυλών. Αλλαγές που επιβάλουν την αναθεώρηση του αναπτυξιακού μοντέλου σε ολόκληρο το δυτικό κόσμο και τις κοινωνίες που μιμούνται αυτό το πρότυπο. Παράλληλα ειδικά για την Κρήτη, αλλά και την Ελλάδα η προστασία των φυσικού πλούτου καθίσταται ιδιαίτερα κρίσιμη, αφού αποτελεί αναπτυξιακό κεφάλαιο και πλεονέκτημα του τόπου. Το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν υπήρξε χώρος έντονης και διαρκούς βιομηχανικής ανάπτυξης παρείχε πολλά οφέλη και πλεονεκτήματα.

Από την άλλη οι κατέχοντες εξουσία δείχνουν να μην προβληματίζονται καθόλου για την ποιότητα ζωής, που σχετίζεται άμεσα με ζητήματα πρασίνου, ελεύθερων χώρων, αθλητισμού, πολιτισμού, κλπ. Μένουν προσκολλημένοι στην βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου-εισοδήματος ή στις επιχειρηματικές ευκαιρίες που διαμορφώνονται, αφήνοντας στο περιθώριο τον ανθρώπινο παράγοντα. Ας μην ξεχνάμε ότι ο ελληνικός τρόπος ζωής, τόσο σε ότι αφορά τους ρυθμούς, όσο και την επαφή με την φύση εξακολουθεί (ευτυχώς) να απέχει πολύ από τον τρόπο ζωής του μέσου Ευρωπαίου της Κεντρικής Ευρώπης ή των κατοίκων της Αθήνας.

Με τις παραπάνω σκέψεις και πιστεύοντας ότι η αναπτυξιακή στρατηγική όχι μόνο δεν μπορεί να κατακερματιστεί, αλλά επιβάλλεται να είναι ολοκληρωμένη δίνοντας απαντήσεις όχι μόνο στην προσδοκώμενη αύξηση του ΑΕΠ ή τη μείωση της ανεργίας, αλλά και στο αίτημα για προστασία του περιβάλλοντος, της ανάπτυξης του πολιτισμού και του αθλητισμού και βελτίωσης της ποιότητας ζωής καταθέτω τις παρακάτω σκέψεις.

Η Κρήτη όντως έχει ανάγκη από ένα σύγχρονο οδικό δίκτυο. Ποιο όμως τμήμα του είναι πιο απαραίτητο; Βλέποντας κάποιος μακροπρόθεσμα και αξιολογώντας πολιτικά τη πορεία της αγροτικής οικονομίας κατανοεί ότι σύντομα η ενδοχώρα του Νομού (και της Κρήτης) θα αντιμετωπίσει έντονα φαινόμενα εγκατάλειψης, λόγω της συρρίκνωσης του αγροτικού εισοδήματος.

Άρα πρώτος στόχος οφείλει να είναι η ανάπτυξη της ενδοχώρας, όπου νέες παραγωγικές δραστηριότητες επιβάλλεται να έρθουν να συμπληρώσουν το κενό της συρρίκνωσης του αγροτικού εισοδήματος. Αν αυτό δεν επιτευχθεί τότε το Ηράκλειο θα αντιμετωπίσει σε μικρογραφία το κύμα αστυφιλίας που αντιμετώπισε η χώρα τη δεκαετία του ‘50 και του ‘60.

Η ενδοχώρα μεν θα ερημώσει, το Ηράκλειο δε δεν θα μπορέσει να υποδεχτεί τους νέους πληθυσμούς. Έτσι θα συνεχιστεί μια άναρχη οικιστική ανάπτυξη και μια στρεβλή και περιορισμένης προοπτικής ανάπτυξη στα βόρεια παράλια, που δεν θα αξιοποιεί όλες τις δυνατότητες του νησιού, θα προσεγγίζει όλο και περισσότερο την κακή διαβίωση ενός αστικού κέντρου και θα θέτει σε κίνδυνο τις περιβαλλοντικές ισορροπίες.

Άρα επιτακτικό οδικό έργο πρώτης προτεραιότητας αποτελεί ο νότιος οδικός άξονας και οι κάθετοι άξονες Ρέθυμνο-Τυμπάκι, Ηράκλειο-Τυμπάκι, Χερσόνησος-Καστέλι-Βιάννος και Ιεράπετρα-Αγ. Νικόλαος/Σητεία. Αυτό το μεγάλο οδικό έργο οφείλει να συνοδεύεται από σειρά συμπληρωματικών παρεμβάσεων κυρίως σε ότι αφορά την δημιουργία κτηματολογίου, τον καθορισμό των χρήσεων γης, την οριοθέτηση του αιγιαλού και την δημιουργία σχεδίων πόλης σε όλους τις πόλεις-οικισμούς της ενδοχώρας Παράλληλα πρέπει να διασφαλιστεί η επαρκής και αποδοτική διαχείριση των υδάτινων αποθεμάτων και να οργανωθεί η διαχείριση των απορριμμάτων. Είναι γνωστό ότι «ο δρόμος» αν δεν συνοδευτεί από Πολεοδομικό σχεδιασμό θα οδηγήσει σε μια άναρχη τουριστική ανάπτυξη «βορείου τύπου».

Είναι επιτακτική η ανάγκη στα νότια παράλια να αναπτυχθούν ήπιας μορφής τουριστικά καταλύματα που θα έχουν επίκεντρο, τον πολιτιστικό, τον θρησκευτικό, τον φυσιολατρικό τουρισμό, τον αγροτουρισμό, και σε μικρότερη κλίμακα (επιλεκτικά) τον επιστημονικό, επιχειρηματικό, συνεδριακό, ιστιοπλοϊκό τουρισμό. Έτσι θα υπάρχει τουριστικό προϊόν υψηλής ποιότητας που δεν θα έχει εποχικά και μαζικά χαρακτηριστικά.

Σε ότι αφορά τις βασικές υποδομές είναι προφανές ότι απαιτείται η ενίσχυση της ενεργειακής επάρκειας (αφού ήδη υπάρχει πρόβλήμα), ειδικά στην προοπτική της ανάπτυξης του νότου που περιέγραψα. Αυτή η ενεργειακή στήριξη είναι αναγκαίο να στηρίζεται στις δυο βασικές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ηλιακή, αιολική) και να συμπληρώνεται από την παραγωγή ενέργειας από τα απορρίμματα.

Σε αυτό το τομέα η χώρα μας υστερεί δραματικά. Η ανακύκλωση και η παραγωγή ενέργειας από τα απορρίμματα είναι δυο συμπληρωματικές επιχειρηματικού τύπου δραστηριότητες που από τη μια είναι οικολογικές και συμβάλουν στην αναστροφή της κλιματικής αλλαγής, από την άλλη μπορούν να δώσουν νέες θέσεις εργασίας στην ενδοχώρα.

Το αναπτυξιακό αυτό σχέδιο μπορεί να συμπληρωθεί και για λόγους ανταγωνιστικότητας από την είσοδο του φυσικού αερίου τόσο στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά κυρίως για οικιακή και βιομηχανική-ξενοδοχειακή χρήση. Ίσως να πρέπει να εξεταστεί η εισαγωγή αυτή να γίνει στο νότο (Τυμπάκι) από τις χώρες της Αφρικής (Αίγυπτος, Λιβύη, Τυνησία, Αλγερία).

Μια τέτοια κίνηση ανοίγει σε υψηλό επίπεδο τις εμπορικές σχέσεις της Κρήτης με τη Μαύρη Ήπειρο και διασφαλίζει για την χώρα πλουραλισμό στις πηγές ενέργειας (Ρωσία, Αζερμπαϊτζάν, Αφρική). Η δημιουργία εργοστασίου παραγωγής ενέργειας από φυσικό αέριο στη νότια Κρήτη και η διασύνδεση της Κρήτης με το δίκτυο της Ηπειρωτικής Ελλάδας (Πελοπόννησος) και γειτονικών νησιωτικών συμπλεγμάτων (Κάρπαθος, Ρόδος, Κως) είναι άλλη μια αναπτυξιακή επιλογή εθνικής εμβέλειας με επίκεντρο την Κρήτη.

Γεωγραφικά το Τυμπάκι βρίσκεται στο κέντρο των νοτίων παραλίων απέχοντας περίπου συμμετρικά από Ρέθυμνο, Ηράκλειο και Λασίθι. Η εισαγωγή του φυσικού αερίου μπορεί να συμβάλει ακόμα και στη μείωση του κόστους διαβίωσης, αλλά και της αγροτικής παραγωγής (θερμοκήπια), ενώ αν αυτό γίνει από τα νότια δημιουργεί και περαιτέρω αναπτυξιακές και επαγγελματικές προοπτικές για τους κατοίκους της ενδοχώρας.

Το λιμάνι του νότου αποτελεί ένα ακόμα έργο προοπτικής. Φυσικά μιλάμε για ένα λιμάνι το οποίο θα συμπληρώνει το παραπάνω αναπτυξιακό σχέδιο και όχι για το «λιμάνι τέρας» που σχεδιάζει η Κυβέρνηση της ΝΔ. Πολλές φορές γίνεται μεγάλη συζήτηση για άλλα μεγάλα λιμάνια του εξωτερικού, τα οποία χρησιμοποιούνται ως πρότυπο για να πειστούν οι κάτοικοι του Νότου. Θεωρώ αξιοπερίεργο πως μπορεί να συμβάλει στην τοπική ανάπτυξη ένα λιμάνι-διαμετακομιστικό κέντρο, χωρίς την ύπαρξη ενδοχώρας και σιδηροδρομικής σύνδεσης. Εκτιμώ ότι κάτι τέτοιο θα ήταν πιο αποδοτικό στο Βόλο, την Θεσσαλονίκη ή την Καβάλα, όπου συνδέονται οδικά ή σιδηροδρομικά με ολόκληρη την ηπειρωτική Ελλάδα, τα Βαλκάνια, την Μαύρη Θάλασσα και την Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη.

Το λιμάνι του νότου οφείλει να έχει τοπικά-περιφερειακά χαρακτηριστικά και να ανταποκρίνεται στα μεγέθη και τις ανάγκες του νησιού. Οφείλει να γίνει πύλη εισαγωγών-εξαγωγών για τη χώρα και τα προϊόντα που χρειαζόμαστε ή παράγουμε. Να γίνει μια πύλη εμπορικών και όχι μόνο ανταλλαγών με την Αφρική, όπου αναπτύσσεται προοπτικά. Όχι ένα λιμάνι τέρας που θα υποβαθμίσει την ποιότητα ζωής των κατοίκων και θα εμποδίσει άλλες μορφές ανάπτυξης (τουρισμός).

Η ενίσχυση της ενδοχώρας, αλλά και η ευρύτερη αναπτυξιακή στρατηγική της Κρήτης εξυπηρετείται από ένα αεροδρόμιο στην περιοχή του Καστελίου. Η θέση του συμβάλει στην ανάπτυξη των αεροπορικών μεταφορών, όπου όντως η Κρήτης μπορεί να γίνει κόμβος, ενώ παράλληλα απέχει εξίσου από τον αναπτυγμένο βορρά και τον νότο, την ανάπτυξη του οποίου προσδοκούμε. Η λειτουργία του αεροδρομίου προφανώς πρέπει να στηριχτεί στη μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και στη χρήση ανανεώσιμων και φτηνών ενεργειακών πόρων και συστημάτων ανακύκλωσης, βιοκλιματικής κατασκευής, κλπ.

Σίγουρα οφείλει να αποτελέσει αντικείμενο μελέτης βιωσιμότητας-σκοπιμότητας, στα παραπάνω πλαίσια (δηλαδή συνδυαζόμενο με λιμάνι και πύλη ενέργειας) η ιδέα για την δημιουργία αεροδρομίου στο Τυμπάκι (ακόμα και συμπληρωματικού σε αυτό το Καστελίου).

Η ολοκλήρωση όλων των παραπάνω έργων υποδομής, μπορεί να οδηγήσει και σε κάτι ακόμα που για τα ελληνικά δεδομένα αποτελεί καινοτομία, την πραγματική αξιοποίηση του σιδηροδρόμου. Το αεροδρόμιο/α, το λιμάνι, ήπιες βιομηχανικές και βιοτεχνικές παραγωγικές-μεταποιητικές εγκαταστάσεις και φυσικά οι ανάγκες μετακίνησης τουριστών και εμπορευμάτων (Τυμπάκι-Καστέλι, Ηράκλειο-Καστέλι-Ιεράπετρα, Τυμπάκι-Ρέθυμνο, Τυμπάκι-Ηράκλειο) ίσως να μπορούν προοπτικά να στηρίξουν την δημιουργία σιδηροδρόμου π.χ. στα πρότυπα του Προαστιακού της Αττικής.

Ενός σιδηροδρόμου που δεν θα περιοριστεί στη γραμμή Χανιά – Ηράκλειο – Άγιο Νικόλαο (με τις όποιες προεκτάσεις στα βόρεια παράλια), αλλά θα συμπεριλάβει και τον άξονα Χερσόνησος-Καστέλι-Τυμπάκι. Μια τέτοια προοπτική, που προφανώς ταιριάζει σε μια αναπτυγμένη χώρα που θέλει να προσεγγίσει τις θετικές επιλογές της Κεντρικής & Δυτικής Ευρώπης, επίσης μπορεί να ενταχθεί στο πλαίσιο ενός ολοκληρωμένου σχεδιασμού.

Τέλος επίκαιρο και σημαντικό ζήτημα είναι οι μαρίνες. Εν γένει είναι στοιχείο που αναδεικνύει μια αίσθηση πολυτέλειας και δημιουργεί την προσδοκία υψηλών εισοδημάτων. Ας είμαστε όμως ειλικρινείς. Αυτά τα οφέλη τα προσπορίζονται ελάχιστες εταιρίες. Λιγότερες από 10 εταιρείες (τροφοδοσίας, συντήρησης, ξενοδοχεία) θα ωφεληθούν από ένα τέτοιο έργο. Προφανώς βέβαια κανείς δεν μπορεί να παραγνωρίσει την συμβολή του στη μείωση της ανεργίας και την διαφήμιση της χώρας.

Είναι όμως σωστή η επιλογή για χωροθέτηση μιας μαρίνας το κέντρο της πόλης? Ας δούμε ποια είναι η κατάσταση των παραλίων της Αττικής σήμερα. Στην Αττική υπάρχουν μαρίνες στην Γλυφάδα, τον Άλιμο, την Βουλιαγμένη, τον Αστέρα, τον Φλοίσβο, κλπ. Ποια είναι τα πραγματικά οφέλη των κατοίκων αυτών των περιοχών? Τι κερδίζουν οι κάτοικοι της Βουλιαγμένης π.χ. από την λειτουργία του «Αστέρα»? Τίποτα Απολύτως. Οι μαρίνες και ξενοδοχεία τύπου «Αστέρα» δίπλα στην αστική ζώνη καταλαμβάνουν τεράστιο χώρο, που θα μπορούσε να αποτελέσει χώρο αναψυχής και επαφής με τη θάλασσα, ακόμα και χώρο κολύμβησης ή ναυταθλητισμού. Χώρο προσβάσιμο σε όλους κατοίκους και τουρίστες και όχι μόνο σε μια ελίτ.

Θα είναι καταστροφικό για το Ηράκλειο να ακολουθήσει αυτά τα αναπτυξιακά πρότυπα. Θα είναι καταστροφικό για την Κρήτη να ακολουθήσει τα αναπτυξιακά πρότυπα της Δεξιάς, που όπως κατέστρεψε τις δεκαετίες του ‘50, του ‘60 και του ‘70 τα παράλια της Αττικής (Ελευσίνα-Ασπρόπυργο-Πέραμα-Δραπετσώνα-Ελληνικό-Γλυφάδα, κλπ) για να κερδίσουν λίγοι, οραματίζεται σήμερα να καταστρέψει τα παράλια (βόρεια και νότια) της πόλης μας και της Κρήτης.

Ο αστικός ιστός της πόλης επιβάλλεται να έχει διέξοδο στη θάλασσα. Οφείλουμε να προστατέψουμε την ποιότητα ζωής της πόλης μας και να αξιοποιήσουμε τα έργα που ανοίγουν το παραλιακό μέτωπο. Είναι αδιανόητο περιβαλλοντικά, να επιλέγεται η πραγματοποίηση τέτοιας έκτασης επιχωματώσεων για επιχειρηματική χρήση. Μια μαρίνα επίσης δεν πρέπει να συνοδεύεται από άλλες εγκαταστάσεις (ξενοδοχειακές, τροφοδοσίας, συντήρησης, κλπ), αν θέλουμε να αφήσει κέρδη στις επιχειρήσεις και τους κατοίκους της πόλης και όχι σε κάποια πολυεθνική, όπως σχεδιάζει ο Ο.Λ.Η. Αλήθεια γιατί κόπτονται να διαμορφώσουν και να δώσουν ένα τέτοιο επιχειρηματικό «φιλέτο» σε μια μόνο πολυεθνική?

Μια τέτοια (απλή) μαρίνα μπορεί να κατασκευαστεί (όπως έχει ήδη ακουστεί) στο χώρο του Παγκρήτιου, συνδυάζοντας και εγκαταστάσεις ναυταθλητισμού και περαιτέρω ανάπτυξης του εν λόγω αθλητικού κέντρου με δημιουργία ποδηλατοδρομίου (όπως προβλέπεται), νέου κολυμβητηρίου (ανοιχτού και κλειστού), νέου κλειστού γηπέδου καλαθοσφαίρισης (πετοσφαίρισης – αντισφαίρισης) και συνεδριακού κέντρου (με τις αναγκαίες απαλλοτριώσεις και με ήπια επιχωμάτωση).

Άλλη μια εναλλακτική περιοχή μπορεί να είναι ο κόλπος του Καρτερού όπου μπορεί να χρησιμοποιηθεί και το παραλιακό τμήμα του αεροδρομίου, στην προοπτική της μετακίνησης του. Ο εν λόγω κόλπος έχει κατάλληλη διαμόρφωση και έκταση, δεν απέχει πολύ από τη πόλη και δεν διαθέτει ιδιαίτερης ποιότητας θάλασσα. Η απώλεια χρήσης του μπορεί να αντισταθμιστεί από την περιοχή της Αμμουδάρας και γενικότερα του Δήμου Γαζίου, ιδιαίτερα στην προοπτική απομάκρυνσης του εργοστασίου της ΔΕΗ και των λοιπών πετρελαϊκών εγκαταστάσεων. Παράλληλα δίνει μια ώθηση ανάπτυξης στην ευρύτερη περιοχή, η οποία επιβάλλεται να συνδυαστεί με την αξιοποίηση του αεροδρομίου.

Η ευρύτερη περιοχή από τον χώρο της ΣΕΑΠ και τις φυλακές της Ν. Αλικαρνασσού μέχρι το ανατολικό άκρο του αεροδρομίου και την έκταση της 126 ΠΜ μπορεί να αποτελέσει ένα χώρο οργανωμένης δόμησης. Μπορεί να υπάρξει μέσα από ένα πρόγραμμα ΣΔΙΤ ήπια αστική ανάπτυξη με κατασκευή εργατικών κατοικιών (ΣΕΑΠ), πολυτελών κατοικιών και διαμερισμάτων (126 ΠΜ), εμπορικών κέντρων (Λ. Ικάρου) και χώρων περιπάτου-αναψυχής (πάρκου) και ναυταθλητισμού στο κεντρικό και βόρειο τμήμα αντίστοιχα (των οποίων η μαρίνα Καρτερού να αποτελεί συνέχεια). Τέλος το κτίριο του αεροσταθμού (και οι χώροι στάθμευσης) μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε για εκθεσιακό-συνεδριακό χώρο, είτε για τη στέγαση όλων των υπηρεσιών της Περιφέρειας Κρήτης (ιδιαίτερα αν ο θεσμός γίνει αιρετός ή υπάρξει νέα διοικητική διάρθρωση που να περιλαμβάνει και το Αιγαίο).

Κλείνοντας θεωρώ ότι επιβάλλεται να κατανοήσουν όλοι τον σημαντικό ρόλο της συναίνεσης των τοπικών κοινωνιών. Οι τοπικοί άρχοντες επιβάλλεται να σταματήσουν να λαϊκίζουν και να κινδυνολογούν, όπως συμβαίνει πολλάκις (π.χ. με το ζήτημα της διαχείρισης των απορριμμάτων). Επιβάλλεται όλοι να επιμερίζονται δίκαια τα οφέλη και το κόστος της ανάπτυξης.

Είναι επιτακτικό η κεντρική εξουσία να παρέχει αναπτυξιακά κίνητρα και αντισταθμιστικά οφέλη, προκειμένου να υλοποιείται ο εθνικός και περιφερειακός αναπτυξιακός σχεδιασμός, στη βάση της προστασίας του περιβάλλοντος και της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.

Η Ευρώπη βρίθει από θετικά και αρνητικά παραδείγματα που μπορούν να αποτελέσουν πρότυπο για τη χώρα μας και τη Κρήτη. Η χώρα μας διαθέτει το επιστημονικό και επιχειρηματικό δυναμικό να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της εποχής και τις ανάγκες του λαού μας.

Ιδιαίτερα η Κρήτη με τα ανώτατα ιδρύματα της, αλλά και με την δυναμική των Κρητών επιστημόνων που υπηρετούν ή σπουδάζουν σε άλλα πανεπιστήμια, μπορεί να αναπτύξει σύγχρονες δράσεις που να απορροφήσουν αυτό το δυναμικό σε όλους τους τομείς. Δυστυχώς η Νέα Δημοκρατία και μέρος της τοπικής ελίτ έχει προσκολληθεί σε ένα μονοδιάστατο, πεπερασμένο και βραχυπρόθεσμο μοντέλο ανάπτυξης. Κατεξοχήν αντικοινωνικό και αντιδημοκρατικό, πιστό στο ολιγαρχικές και νεοφιλελεύθερες ιδέες της ελληνικής δεξιάς.

Αντίθετα στο χώρο του ΠΑ.ΣΟ.Κ., και της προοδευτικής αριστεράς έχει ωριμάσει η ιδέα της πράσινης οικονομίας, της αειφόρου ανάπτυξης και του αποκεντρωμένου συμμετοχικού σχεδιασμού. Αυτό το μοντέλο ανάπτυξης και διοίκησης εξασφαλίζει πολύπλευρες επιχειρηματικές και επαγγελματικές δράσεις, ισόρροπη ανάπτυξη όλων των γεωγραφικών περιοχών και των τομέων της οικονομίας, θέσεις εργασίας και αξιοποίηση του επιστημονικού δυναμικού όλων των κλάδων, συναίνεση των κοινωνιών και διασφάλιση των φυσικών συγκριτικών πλεονεκτημάτων.

Η Κρήτη μπορεί να αξιοποιήσει όλα τα παραπάνω. Οι τοπικοί άρχοντες, φορείς και θεσμοί επιβάλλεται να σταματήσουν να είναι θεατές και να γίνουν μαζί με τους πολίτες μοχλός ενός οραματικού αναπτυξιακού σχεδίου. Εμείς ως πολίτες πρέπει να βρεθούμε στο πλευρό όσων δρουν και προτείνουν λύσεις με σεβασμό στις ανάγκες μας. Πρέπει να βρεθούμε αντιμέτωποι και να καταψηφίσουμε όσους θέλουν να κερδοσκοπήσουν, όσους αδρανούν και μένουν θεατές, όσους αφήνουν ευκαιρίες να πηγαίνουν χαμένες.

Κυριακή 19 Αυγούστου 2007

Οι "Εφιάλτες" επιτέλους ας σιωπήσουν

Η σύγχρονη ελληνική πολιτική ιστορία έχει στιγματιστεί από πολλές «μαύρες» στιγμές. Άλλοτε με ευθύνη εσωτερικών παραγόντων, άλλοτε με ευθύνη εξωτερικών και άλλοτε με συνέργια και των δυο. Ο λαός μας από την αρχή του προηγούμενου αιώνα ταλαιπωρήθηκε από εθνικούς διχασμούς, εθνικές τραγωδίες, δικτατορίες, εμφύλιους πολέμους κ.α. δεινά. Καθοριστικός πάντα ήταν ο ρόλος ελλήνων πολιτικών που με κοντόφθαλμο τρόπο και με γνώμονα το ατομικό τους συμφέρον προσέγγιζαν τα δημόσια πράγματα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι πολιτικοί που σφετερίζονται με κάθε τρόπο την εξουσία, έχουν συμβάλει να γραφτούν τραγικές σελίδες στην ιστορία μας. Ξεκινώντας από την Μικρασιατική Καταστροφή μέχρι την τραγωδία της Κύπρου βλέπουμε ότι από πίσω κρύβονται ψέματα, εθνικισμοί και πατριδοκαπηλίες.

Για πολλά χρόνια ήταν κρίσιμος ο «ξένος παράγοντας». Άλλοτε με θετική συνεισφορά, όπως μετά το τέλος των δυο παγκοσμίων πολέμων, όπου όμως υπήρξαν και σωστές επιλογές ελλήνων πολιτικών. Άλλοτε με αρνητική συμβολή, όπως στον εθνικό διχασμό του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ή την Χούντα των Συνταγματαρχών.

Ευτυχώς η «Γενιά του Πολυτεχνείου» και η «Γενιά του 114», ενσαρκώνοντας το όραμα της «Αλλαγής» και με μπροστάρη τον Ανδρέα Παπανδρέου και το ΠΑ.ΣΟ.Κ,. έβαλε τις βάσεις για μια ανεξάρτητη Ελλάδα που ανήκει στους πολίτες της.

Τα τελευταία 45 χρόνια ένας έλληνας, κρητικός, πολιτικός έχει σημαδέψει ανεξίτηλα την ιστορία του τόπου. Από την εποχή της Ένωσης Κέντρου ήταν φορέας αντι-κομμουνιστικών συνδρόμων (όπως φαίνεται από δημοσιεύματα της εποχής). Από την αρχή είδε με «κακό μάτι» την επαναστατική, δημοκρατική και ασυμβίβαστη παρουσία του Ανδρέα Παπανδρέου, που μπορούσε να βάλει φραγμό στην επιδίωξη του για εξουσία (ηγεσία της Ένωσης Κέντρου και Πρωθυπουργία της χώρας).

Έτσι όταν τα ανάκτορα, η Αμερικάνικη Πρεσβεία, και τα ανδρείκελα τους, έθεσαν σε εφαρμογή το σχέδιο ανατροπής του «Γέρου της Δημοκρατίας» έσπευσε να πάρει ενεργό μέρος, θεωρώντας ότι επιτυγχάνει τους πολιτικούς και προσωπικούς στόχους του. Φυσικά ο λαός, ουδέποτε επιδοκίμασε την επιλογή του, ενώ οι «εθνοσωτήριοι» Συνταγματάρχες σταμάτησαν την πορεία του…

Μετά την μεταπολίτευση και σε σύντομο χρόνο εντάχθηκε στο κόμμα, ενός πρώην πολιτικού αντιπάλου. Του αρχιτέκτονα των εκλογών «βίας και νοθείας» του 1961, τον «θεατή» της δολοφονίας του βουλευτή Λαμπράκη, τον συνεχιστή του εθνικού διχασμού, των εξοριών και του πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων. Έναν πολιτικό που ουδέποτε καταδέχτηκε να καθίσει στα έδρανα της αντιπολίτευσης, φεύγοντας μονίμως στο εξωτερικό ή μεταπηδώντας σε ανώτερα αξιώματα. Έναν πολιτικό που πάντα «αποδεχόταν το «βαρύ φορτίο» «να σώσει τη χώρα», μετά από κρίσεις και εκτροπές, όπου η παράταξη του, η Δεξιά (με όλες τις εκφάνσεις της) έπαιζε πάντα πρωταγωνιστικό ρόλο.

Ακόμα και σε αυτό το κόμμα, γρήγορα υπερκέρασε τα παραδοσιακά του στελέχη και εξελέγη Πρόεδρος. Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης με Πρωθυπουργό τον Ανδρέα Παπανδρέου. Από την θέση αυτή οδήγησε τη χώρα σε μια από τις πιο μελανές περιόδους μετά τη μεταπολίτευση. Ξεκινώντας από τη δημιουργία της «μαύρης ΟΝΝΕΔ» που μεγαλούργησε το 1991 και φτάνοντας μέχρι το 1989 όπου χρησιμοποιώντας μια ακατάσχετη σκανδαλολογία, ευτελίζοντας τον δημόσιο διάλογο, καταρρακώνοντας και χρησιμοποιώντας τους δημοκρατικούς θεσμούς, κατάφερε να ρίξει την Κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου.

Η Δεξιά τότε χρησιμοποίησε το «προσωπείο» των «νέων ιδεών», όπως τώρα χρησιμοποιεί τον «μεσαίο χώρο». Τότε υποσχέθηκε 100.000 νέες θέσεις εργασίας, όπως τώρα την μονιμοποίηση 250.000 (όπως οι ίδιοι είχαν υπολογίσει) συμβασιούχων.

Τότε συνεχίζοντας ότι άφησε στη μέση το 1965, επιχείρησε την πολιτική και προσωπική του εξόντωση. Για άλλη μια φορά η σκευωρία κατέρρευσε. Για άλλη μια φορά ο δημοκρατικός λαός του έκλεισε το δρόμο. Βέβαια η χώρα πέρασε άλλη μια δραματική περίοδο, όπου σημαδεύτηκε από μια αντιλαϊκή πολιτική και μια ακατάσχετη στήριξη του οικονομικού κατεστημένου της χώρας, εις βάρος των πολιτών. Η περίοδος έληξε με άλλη μια «εθνική πληγή», το λεγόμενο «Μακεδονικό», που όπως χαρακτηριστικά δήλωνε «σε 10 χρόνια θα έχουμε όλοι ξεχάσει».

Σήμερα, αν και απόμαχος του δημόσιου βίου, συνεχίζει να προπηλακίζει την ομαλή και δημοκρατική λειτουργία του πολιτικού μας συστήματος. Συνεχίζει να αποτελεί πηγή έντασης και πολιτικής αντιπαράθεσης χαμηλού επιπέδου. Μάλιστα έχει αυτοαναγορευτεί σε τιμητή των πάντων, μιλώντας επί της πολιτικής επικαιρότητας και διατυπώνοντας κρίσεις εκ του ασφαλούς.

Προφανώς η δημοκρατική κοινωνία μας ανέχεται και στην ουσία καταξιώνει τον όρο «δημοκρατία», δίνοντας βήμα και σε τέτοιες φωνές-προσωπικότητες, με αυτό τον βεβαρημένο πολιτικό βίο που φυσιολογικά ανήκουν στο «χρονοντούλαπο της ιστορίας».

Επιβάλλεται όμως σε κάθε περίπτωση να κατανοήσουμε όλοι με βάση το παρελθόν, για πια ιστορική προσωπικότητα μιλάμε. Είναι περισσότερο από προφανές ότι ο εν λόγω πολιτικός δεν μπορεί να παίξει το ρόλο του «γηραιού συμβούλου» που μεταδίδει τη «σοφία» και την εμπειρία του στις νεότερες γενιές.

Οφείλουν οι έχοντες την 4η εξουσία και όχι μόνο, να σταματήσουν να δίνουν ασυλία και περίλαμπρο βήμα για την ειρωνεία και το δηλητήριο του …«εφιάλτη», κατά τον αείμνηστο ηγέτη Ανδρέα Γεωργίου Παπανδρέου.

Πέμπτη 16 Αυγούστου 2007

Κυβέρνηση καιροσκόπων

Από την αρχή σχεδόν του προηγούμενου έτους έχει ανοίξει μια μεγάλη συζήτηση για την ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών. Η εκλογολογία άνοιξε από την αρχή με ευθύνη της Κυβέρνησης και με οργανωμένες διαρροές και δηλώσεις.

Άλλοτε θέτοντας ως ορόσημο την ολοκλήρωση της συνταγματικής αναθεώρησης (η οποία ευτυχώς για τα δάση και την παιδεία μας ναυάγησε), άλλοτε δίνοντας ερμηνείες για το πότε κάποιες εκλογές χαρακτηρίζονται πρόωρες, και άλλοτε αναφέροντας το τυπικό «αυτό είναι αρμοδιότητα του Πρωθυπουργού στα πλαίσια του Συντάγματος»

Ίσως η 4η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, από την μεταπολίτευση και μετά, να είναι η πιο κουρασμένη και ανίκανη κυβέρνηση των τελευταίων 33 ετών. Αλλιώς δεν είναι δυνατό να εξηγηθεί η εκλογολογία ήδη 2 χρόνια πριν τη λήξη της θητείας της.

Λες και η συζήτηση για τις εκλογές, μπορεί να καλύψει την ανυπαρξία οράματος. Λες και η συζήτηση για τις εκλογές μπορεί να κρύψει την ανυπαρξία έργου και αποτελέσματος. Λες και η εκλογολογία μπορεί να κάνει τον ελληνικό λαό να ξεχάσει την αντιλαϊκή και αντιαναπτυξιακή πολιτική της δεξιάς.

Εδώ και περίπου 2 χρόνια απ’ ότι φαίνεται τα σενάρια εκλογών αποτελούν το μοναδικό «έργο» στο οποίο παίρνει ενεργά μέρος ο Κώστας Καραμανλής. Εκτός βέβαια από το να «εκφράζει την δυσαρέσκεια του» για την ανικανότητα των Υπουργών του.

Η μονοτονία έσπασε πριν λίγο καιρό, όταν «το Μαξίμου» δήλωνε «προβληματισμένο» για το αν θα μπορούσε να προχωρήσει σε ανασχηματισμό, αντί για πρόωρες εκλογές. Το αδιέξοδο στο οποίο είχε περιέλθει ο Έλληνας Πρωθυπουργός λύθηκε με τις σκέψεις και τις ερμηνείες υπουργών και στελεχών της ΝΔ ότι υπάρχουν και «πρόωρες, που δεν είναι και …τόσο πρόωρες».

Προφανώς μια Κυβέρνηση, όπου ένας κοινός κακοποιός μπορεί να κλέψει ένα σύγχρονο θωρακισμένο όχημα από στρατόπεδο, ή που αντιλαμβάνεται ως σύγχρονη εθνική αναγκαιότητα την ίδρυση αγροφυλακής, ή που νομίζει ότι ο λαός δεν νιώθει την αφαίμαξη του εισοδήματος του από την αύξηση του ΦΠΑ, την αύξηση των κρατήσεων και την ακρίβεια κα πολλά άλλα, χρειάζεται ένα «αντικείμενο επικαιρότητας» για να κρύψει την γύμνια της.

Κάθε φορά που βρισκόταν στη γωνία, από τις υποκλοπές και τους πακιστανούς μέχρι και τις μίζες από τα σκάνδαλο των ομολόγων, χρησιμοποιούσε δυο όπλα. Την κριτική για το παρελθόν και την εκλογολογία.

Είναι αδιανόητο πως μια Κυβέρνηση και ένα κόμμα που συγκέντρωσε την αποδοχή και την ανοχή μεγάλου μέρους των Ελλήνων κατόρθωσε και κατάντησε να μετατραπεί σε μια Κυβέρνηση που χρησιμοποιεί τον θεσμό των Εκλογών, σε μικροπολιτικά παιχνίδια.

Ο Πρωθυπουργός του «σεμνά και ταπεινά» που δήλωνε ότι «δεν παίζει με τους θεσμούς» χρησιμοποιεί τον ύψιστο δημοκρατικό θεσμό έκφρασης της λαϊκής βούλησης, ως όπλο για την κατάκτηση της εξουσίας. Ο λαός φυσικά τους έχει καταλάβει. Από την αρχή ήθελαν το κράτος ως λάφυρο. Από την αρχή έδειξαν πόσο δεξιοί και πόσο αδέξιοι είναι.

Οι εκλογές, η μοναδική πολιτική πράξη, προσφοράς προς το τόπο του Κώστα Καραμανλή, είναι προ των πυλών. Όχι πια γιατί τις χρησιμοποιεί, αλλά γιατί πια δεν ξέρει τι να κάνει, ούτε αυτός, ούτε η Κυβέρνηση του. Ο λαός όμως ξέρει πολύ καλά. Θα τους στείλει από εκεί που ήρθαν, όπως έκανε και το 1993. Είναι στο χέρι του ΠΑ.ΣΟ.Κ. να τους κρατήσει για πολλά χρόνια εκεί.

Παρασκευή 10 Αυγούστου 2007

Φιλοσοφία προοδευτικής διακυβέρνησης

Η παγκόσμια ιστορία τα τελευταία χρόνια κατακλύζεται από μια σειρά ραγδαίων αλλαγών που για πρώτη φορά και περισσότερο από ποτέ επηρεάζουν την καθημερινότητα όλων.

Οι αλλαγές ξεκινάνε δειλά από την αρχή της δεκαετίας του ’80 όπου ο Ρόναλντ Ρέηγκαν στις ΗΠΑ και η Μάργκαρετ Θάτσερ στο Ηνωμένο Βασίλειο, κηρύσσουν έναν ολομέτωπο οικονομικό, τεχνολογικό και εξοπλιστικό πόλεμο στο λεγόμενο “ανατολικό μπλοκ”. Ένα πόλεμο που δεν στηριζόταν πλέον στην προπαγάνδα, την κινδυνολογία και τον περιορισμό της πολιτικής δράσης κομμουνιστών και αριστερών στον δυτικό κόσμο, όπως συνέβαινε την μεταπολεμική περίοδο.

Αυτός ο «νέος πόλεμος» είχε στόχο την ιδία την αντοχή του «σοσιαλιστικού» συστήματος με επίκεντρο την οικονομία, την τεχνολογία και τα ανθρώπινα δικαιώματα στις χώρες που αποτελούσαν τη σοβιετική σφαίρα επιρροής.

Η Δυτική Ευρώπή, αλλά και σε μεγάλο βαθμό και οι ΗΠΑ είχαν επιτύχει μια ισορροπία ανάμεσα στην ανάπτυξη και το κοινωνικό κράτος. Μια ισορροπία ανάμεσα στην συσσώρευση του πλούτου-κεφαλαίου και στην ενίσχυση των οικονομικών της οικογένειας και των πολιτών.

Η ισορροπία αυτή επιτεύχθηκε χάρη στην ιδεολογία, τις πιέσεις και τις κυβερνητικές παρεμβάσεις των αριστερών κοινωνικών ομάδων, των συνδικάτων και των σοσιαλιστικών κυβερνήσεων αντίστοιχα. Μια προσέγγιση που κρατούσε αποστάσεις τόσο από τον άναρχο φιλελευθερισμό της αγοράς, όσο και από τον ανελεύθερο καπιταλισμό ενός «μονοκομματικού» κράτους.

Μια ισορροπία που στηριζόταν σε δυο βασικά χαρακτηριστικά στην πλήρη δυνατότητα του έθνους-κράτους να ελέγχει την εθνική του οικονομία. Αυτό συνέβαινε γιατί επιχειρήσεις, εργαζόμενοι και κεφάλαια κινούνταν στα όρια ενός κράτους με βάση τις επιλογές των κυβερνήσεων. Ενώ για να κινηθούν σε άλλο μέρος απαιτούνταν διακρατικές ή διεθνείς συμφωνίες.

Δευτερευόντως η εσωτερική οικονομική λειτουργία στηριζόταν και επηρεαζόταν σχεδόν μονοδιάστατα από την συνεννόηση των παραγωγικών εταίρων. Οι έχοντες κεφάλαιο και μέσα παραγωγής έπρεπε να σχεδιάσουν έχοντας διασφαλίσει εργασιακή ειρήνη, σε συνεννόηση με τους έχοντες την εργατική δύναμη και την γνώση.

Έτσι κατ΄ ουσία η πολιτική εξουσία, μέσα από τους κομματικούς και συνδικαλιστικούς σχηματισμούς, όπου αγκάλιαζαν πλατιές μάζες και είχαν όντως «δεδηλωμένη» λαϊκή αποδοχή και πλειοψηφίες, είχε τον έλεγχο επί της οικονομικής εξουσίας. Αυτό έκανε σαφείς και συγκεκριμένες τις διαφορές αριστεράς και δεξιάς και ευδιάκριτες τις πολιτικές επιλογές και τους κοινωνικούς στόχους των κομμάτων-κυβερνήσεων.

Ο «νέος πόλεμος» των «Ρέηγκαν-Θάτσερ» που εξέφραζαν τον πυρήνα του μεγάλου πολυεθνικού κεφαλαίου της εποχής, αλλά και της φοβισμένης μέχρι τότε Δυτικής Ευρώπης στο πλευρό των ΗΠΑ, οδήγησε στην κατάρρευση της ΕΣΣΔ και την πλήρη διάλυση των δορυφόρων της.

Στις χώρες του ανατολικού μπλοκ δεν υπήρχε κανένας συνδετικός κρίκος, ανάμεσα στις κυβερνήσεις και τις κομματικές νομενκλατούρες, με τον λαό και την «εργατική τάξη», που δήθεν υπηρετούσαν. Οι πολίτες ζούσαν μια μίζερη ζωή, με καταπίεση, χωρίς προοπτική ή όραμα. Οι δεσμοί εθνικοί, ιδεολογικοί, κοινωνικοί είχαν καταρρεύσει και το μόνο πρότυπο ήταν η Δύση. Προφανώς είχαν πλήρη άγνοια για το ποια ήταν η ισορροπία πάνω στην οποία στηριζόταν η «δυτική» ευημερία και δεν είχαν καμία αντίληψη για την ιδεολογική μάχη που υπήρχε στο εσωτερικό του «δυτικού» κόσμου.

Δηλαδή δεν γνώριζαν ότι η ύπαρξη του ανατολικού μπλοκ και οι αρχικές μαρξιστικές ιδέες ήταν αυτές που έδιναν «ζωή» στο δυτικό κοινωνικό μοντέλο. Παράλληλα η διαίρεση του κόσμου σε σφαίρες επιρροής εμπόδιζε τη δυνατότητα κίνησης στο κεφάλαιο και τις επιδιώξεις τους χωρίς πολιτική ομπρέλα. Μια «ομπρέλα» που δεν υπήρχε σε ολόκληρο τον κόσμο, αφού μεγάλο μέρος του βρισκόταν στη σφαίρα επιρροής της ΕΣΣΔ και ένα άλλο δήλωνε «αδέσμευτο», προσπαθώντας να διατηρεί οικονομικές σχέσεις και με τα δυο μπλοκ. Παράλληλα δεν υπήρχε η δυνατότητα πραγματοποίησης πολεμικών συγκρούσεων, χωρίς να είναι σίγουρη και η εμπλοκή του αντίπαλου σχηματισμού.

Έτσι διάφορες πηγές φυσικού πλούτου, αγορές και περιοχές γεω-στρατηγικής σημασίας ήταν απροσπέλαστες για τον καπιταλιστικό κόσμο και για τους θιασώτες του νεοφιλελευθερισμού. Όλα αυτά αλλάζουν το 1989.

Η κατάρρευση του «ανατολικού» κόσμου έφερε μεγάλο πλήγμα στα ιδεολογικά όπλα και τα οράματα της αριστεράς. Άνοιξε τη πόρτα σε συσσωρευμένα κεφάλαια για «επενδύσεις» στην Ανατολική Ευρώπη και στον δανεισμό-εξάρτηση των ανατολικών οικονομιών από τα δυτικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Κατάργησε την έννοια «αδέσμευτος» και την ουδέτερη και ισόρροπη συσπείρωση κρατών, αφού δεν υπήρχε άλλος πόλος. Τέλος άνοιξε το δρόμο σε φτηνό εργατικό δυναμικό το οποίο κατέκλυσε τις αναπτυγμένες χώρες.

Όλα αυτά σε συνδυασμό με την απεριόριστη πλέον πρόσβαση σε κάθε γωνιά του πλανήτη όποιου έχει «χρήμα» ή προϊόν προς πώληση, οδήγησαν πλέον στην λεγόμενη παγκοσμιοποίηση. Μια κατάσταση που διαμόρφωσε τις προϋποθέσεις για την απελευθέρωση των δυνάμεων της οικονομίας και της αγοράς.

Πλέον αφού δεν υπήρχαν πολιτικές αντιπαραθέσεις με ιδεολογικό περιεχόμενο. Αφού δεν υπήρχαν οράματα και δυνάμεις που να αγωνίζονται σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο. Αφού διαμορφωνόταν ένα νέο περιβάλλον ανταγωνισμού με μοναδικό μετρήσιμο μέγεθος την οικονομία και μοναδικά ζητούμενα την ανταγωνιστικότητα και την πώληση αγαθών, οδηγηθήκαμε σε μια μακρά περίοδο περίπου 20 χρόνων, που διαμόρφωσε το περιβάλλον ανασφάλειας που σήμερα βιώνουμε.

Ανασφάλεια που οφείλεται στην παντοδυναμία του επιχειρηματικού κόσμου και των δυνάμεων της αγοράς, που επιβάλουν ως υπέρτατη αξία το «νόμο του κέρδους». Όταν μια επιχείρηση μπορεί από οπουδήποτε να πουλήσει οπουδήποτε δεν υπάρχει εθνικός, ιδεολογικός ή κοινωνικός λόγος να παραμείνει σε μια χώρα. Όταν ένα μεγάλο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα αναζητά να επενδύσει τα κεφάλαια του δεν υπάρχει κάποια κρατική ή άλλη πολιτική ισχύ που να επιβάλει του που, πως και γιατί θα γίνει αυτό.

Έτσι οι κυβερνήσεις, τα κράτη, οι λαοί είναι όμηροι της επιδίωξης κέρδους όσων κατέχουν το κεφάλαιο και τα μέσα παραγωγής, όπως και πριν δυο αιώνες, αλλά κυρίως την γνώση και την τεχνολογία να συσσωρεύουν και να διατηρούν τα δυο πρώτα.

Σήμερα κατακλυζόμαστε από ειδήσεις που αφορούν τις αγορές (χρηματιστήρια) της Ασίας και της Αμερικής, την τιμή του πετρελαίου, των σιτηρών και άλλων προϊόντων που έχουν καταστεί χρηματιστηριακά είδη, της όλο και μεγαλύτερης συμμετοχής της Κίνας, της Ινδίας και της Βραζιλίας στην παγκόσμια οικονομία, μέσα από την αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής στο έδαφος τους, κλπ.

Ταυτόχρονα βρισκόμαστε μπροστά σε νέους πολέμους και συγκρούσεις που δεν έχουν εθνικό ή ιδεολογικό περιεχόμενο όπως τους προηγούμενους αιώνες. Η ουσιαστική αιτία τους είναι οικονομική και σχετίζεται κυρίως με τον έλεγχο των ενεργειακών πόρων (πετρέλαιο, φυσικό αέριο) και ορισμένων κρίσιμων ορυκτών (χρυσός, ασήμι, ορείχαλκος, αλουμίνιο, κλπ).

Τέλος είμαστε για πρώτη φορά αντιμέτωποι με ένα ακόμα αποτέλεσμα της επιχειρηματικής κερδοσκοπικής απληστίας από τη μια και της άμετρης καταναλωτικής μανίας του αναπτυγμένου κόσμου από την άλλη. Στο βωμό του κέρδους εκτός από τα δικαιώματα των εργαζομένων, εκτός από το κοινωνικό κράτος, εκτός από τα φορολογικά έσοδα των κρατών έχει θυσιαστεί ακόμα και η φυσική-οικολογική ισορροπία του πλανήτη μας.

Η κλιματική αλλαγή όσο και αν φαίνεται θολή έννοια σε μια μερίδα πολιτών ή όσο και αν περιορίζεται στην απλή παρατήρηση της διαφοροποίησης των καιρικών φαινομένων και της έντασης τους, είναι μια μεγάλη πραγματική απειλή. Μια απειλή που διαμορφώνει και «νέες» αιτίες πολέμου. Αιτίες που είναι κατ’ επίφαση νέες. Στην ουσία είναι απλά ξεχασμένες, αφού είναι τόσο παλιές όσο και η καταγεγραμμένη ανθρώπινη ιστορία. Απλά είχαν ξεχαστεί γιατί η τεχνολογία είχε δώσει την δυνατότητα σε μεγάλο βαθμό να παρακαμφθούν οι συνέπειες ή αδυναμίες που η φύση προκαλούσε.

Σήμερα όμως η έλλειψη νερού, η συρρίκνωση των καλλιεργήσιμων εδαφών (ερημοποίηση), η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη και το λιώσιμο των πάγων δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με μεγάλα αρδευτικά έργα. Έτσι οι πόλεμοι για το νερό και για «εύφορα» εδάφη διαμορφώνουν μια ακόμα πηγή έντασης.

Όλα όσα περιγράφονται παραπάνω επηρεάζουν όλους τους πολίτες. Επηρεάζουν την καθημερινότητα μας, επηρεάζουν την ποιότητα ζωής μας, επηρεάζουν το αίσθημα ασφάλειας, ακόμα και την ίδια την ψυχική μας ισορροπία. Μέχρι πριν μερικά χρόνια υπήρχε η αίσθηση ότι όλες οι μεγάλες απειλές είναι μακριά από την Ευρώπη και την Δύση. Σήμερα έχουν γίνει πολλά πισωγυρίσματα σε οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό επίπεδο.

Ένας άνθρωπος που δεν νιώθει ασφαλής, που δεν νιώθει δημιουργικός, που δεν μπορεί να ισορροπήσει μεταξύ επαγγελματικής ζωής και οικογενειακής-προσωπικής ζωής (ελεύθερος χρόνος), που δεν ζει σε ένα υγιές-καθαρό περιβάλλον (κατοικία-κοινόχρηστοι χώροι), που δεν ζει σε ισορροπία και επαφή με την φύση, που δεν έχει την αναγκαία ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, που δεν έχει αξιοπρεπή διαβίωση, που νιώθει ότι οι εξελίξεις ξεπερνούν την ανθρώπινη δυνατότητα να τις αφομοιώσει και να προσαρμοστεί, που νιώθει ότι οι γνώσεις του και οι προσδοκίες του γίνονται παρωχημένες μετά από λίγα χρόνια, που δεν είχε το δικαίωμα στην ελπίδα για το μέλλον του και το μέλλον των παιδιών του, είναι ένας άνθρωπος αδύναμος και φοβισμένος.

Είναι έτοιμος να παρασυρθεί από τα πιο ταπεινά ένστικτα επιβίωσης και να οδηγηθεί σε αντικοινωνικές και περιθωριακές ατραπούς. Να γίνει ένας άνθρωπος που θα αποδέχεται την δυστυχία του άλλου, αρκεί να διατηρεί την δική του ασφάλεια Που θα αποδέχεται τη «λογική του ισχυρού» και το «νόμο της ζούγκλας», αρκεί να έχει την ησυχία του. Γίνεται ένας άνθρωπος που παρασύρεται εύκολα από τον φονταμεταλισμό, τον ρατσισμό και την εγκληματικότητα (συμμορίες).

Είναι αυτό το μέλλον που επιζητούμε? Είναι αυτή η κοινωνία, σε κατάσταση διάλυσης που ονειρευόμαστε? Είναι αυτό το αύριο του ανθρώπινου πολιτισμού που στην ουσία είναι μια «χλιδάτη» και «hi-tech» εκδοχή του παρελθόντος του? Είναι δυνατόν να δουλεύουμε όλο και περισσότερο, να διαθέτουμε όλο και περισσότερες γνώσεις και «μηχανές» και να γινόμαστε πιο φτωχοί, πιο ανασφαλείς, πιο απομονωμένοι, πιο αγχωμένοι, δηλαδή τελικά λιγότερο ευτυχισμένοι?

Όλα τα παραπάνω συμπεράσματα, αλλά και αναζητήσεις δείχνουν ότι το μοντέλο του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού απέτυχε να φέρει την ευημερία. Αποδεικνύουν ότι η αναζήτηση του κέρδους φέρνει βραχυπρόθεσμη ευμάρεια των αριθμών, αλλά βαθιά δυστυχία σε μεγάλες μάζες πολιτών-εργαζομένων και μακροπρόθεσμες καταστροφικές συνέπειες στο πλανήτη μας.

Σίγουρα υπάρχει άλλος δρόμος. Σίγουρα η ανθρώπινη ιστορία δεν μπορεί να κάνει βήματα, προς τα πίσω όταν από το 1960 μέχρι το 1980 έγιναν άλματα προς τα μπρος. Ο δρόμος τώρα, όπως και τότε, στηρίζεται στην δύναμη του λαού. Η πορεία της αλλαγής χρειάζεται την δυναμική συστράτευση των δυνάμεων της (χειρωνακτικής και πνευματικής) εργασίας, δηλαδή της πλειοψηφίας των πολιτών.

Ο δρόμος αυτός έχει μια βασική αρχή. Επίκεντρο ο άνθρωπος και οι ανάγκες του. Στόχος η δικαιοσύνη, η ισότητα, η ελευθερία, η ευημερία. Η οικονομία και η παραγωγή επιβάλλεται να υπηρετούν τις παραπάνω αρχές και στόχους. Δεν μπορεί να υπάρχει ελευθερία και ισότητα χωρίς δημοκρατία και δικαιοσύνη. Δεν μπορεί να υπάρξει ισότητα και ελευθερία, χωρίς αρμονική συμβίωση με τη φύση. Δεν μπορεί να υπάρχει ευημερία χωρίς ελευθερία, ασφάλεια και δικαιοσύνη.

Η σύγχρονη σοσιαλιστική αριστερά (παγκόσμια και ευρωπαϊκή) συνοψίζει στα παραπάνω το νέο οραματικό και ιδεολογικό της στίγμα. Καλεί τους πολίτες σε μια νέα μορφή συμμετοχής και δράσης όπου οι ίδιοι παίρνουν ενεργό μέρος στην διαμόρφωση του μέλλοντος τους, που οι ίδιοι παίζουν καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση των πολιτικών που τους αφορούν.

Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. με βάση αυτές τις αρχές και αυτές τις προσεγγίσεις συγκροτεί ένα σαφές οραματικό-ιδεολογικό πλαίσιο ένα νέο πολιτικό-προγραμματικό λόγο. Μια πρόταση που στηρίζεται στις βασικές αρχές της σοσιαλιστικής ιδεολογίας, όπως διατυπώθηκαν στην Ελλάδα από τον Ανδρέα Παπανδρέου το 1974, αφομοιώνοντας όμως όλες τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί τα τελευταία 20 χρόνια.

Αλλαγές που μας επιβάλουν πλέον να σκεφτόμαστε «παγκόσμια» και όχι «εθνικά». Αλλαγές που επιβάλουν να δούμε ότι τα προβλήματα των εργαζομένων (οικονομικά, κοινωνικά), τα προβλήματα της δημοκρατίας και των ανθρώπινων δικαιωμάτων, τα προβλήματα του περιβάλλοντος δεν μπορούν να λυθούν μόνο από τις εθνικές-κρατικές πολιτικές. Ιδιαίτερα όταν έχουν προκύψει από παγκόσμιες δεξιές πολιτικές που κυοφορούνται και υλοποιούνται σε υπερεθνικούς οργανισμούς (Δ.Ν.Τ., Ο.Ο.Σ.Α., Παγκόσμια Τράπεζα, Ε.Κ.Τ., Ο.Η.Ε., Ε.Ε., κλπ).

Σήμερα οφείλουμε να δώσουμε λύσεις στα σύγχρονα προβλήματα, τα οποία είναι απόρροια των δεξιών πολιτικών που κυριάρχησαν στον κόσμο, μετά το 1990, και εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα και την Ευρώπη σε δύο φάσεις. Το 1992, όπου ψηφίστηκε η Συμφωνία του Μάαστριχ και της ΟΝΕ, θέτοντας στο περιθώριο τον άνθρωπο-πολίτη και τις ανάγκες της κοινωνίας. Το 2004 και εφεξής, όπου με την αναθεώρηση της Στρατηγικής της Λισσαβόνας η Ευρώπη επικεντρώθηκε σε έναν «αριθμολάγνο» και οικονομίστικο ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ και μάλιστα στην κατεύθυνση του πιο φιλελεύθερου αμερικάνικου μοντέλου.

Σήμερα οι Έλληνες πολίτες καλούνται να βάλουν φρένο σε αυτές τις πολιτικές επιλογές, όπως έβαλαν οι πολίτες της Ισπανίας και της Ιταλίας. Πολιτικές που μειώνουν το εισόδημα και την αγοραστική τους δύναμη, που αυξάνουν αναλογικά, το ποσοστό συμμετοχής τους στη κρατική φορολογία, που μειώνουν τις κοινωνικές παροχές του κράτους προς αυτούς, τόσο ως προς τον αριθμό των αποδεκτών, αλλά και ως προς το ύψος τους, που ενισχύουν το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών στη δυνατότητα πρόσβασης στη γνώση, στην ποιότητα ζωής και υγείας, στο αίσθημα ασφάλειας, στην ελπίδα.

Σε εθνικό επίπεδο έχει έρθει η ώρα όλοι μαζί να πούμε όχι στη δεξιά τρομοκρατία για το ασφαλιστικό. Να πούμε όχι στη δεξιά αντίληψη για το ρόλο του κράτους-αστυνομίας καταστολής. Να πούμε όχι στην υποτέλεια της δικαιοσύνης στην κυβερνητική οικονομική πολιτική. Να πούμε όχι στην υποταγή της παιδείας στην αγορά και της έρευνας στην επιχειρηματική κοινότητα. Να πούμε όχι στην κατάργηση του κράτους δικαίου όπου οδηγεί την πολιτική εξουσία να καλύπτει υποκλοπές, απαγωγές και να υπαγορεύει «περίεργες» δικαστικές αποφάσεις.

Να πούμε όχι στον συνθηματολογία του «μεσαίου χώρου» που απλά λειτουργεί ως προπέτασμα καπνού για να καλύψει το πραγματικό δεξιό και νεοφιλελεύθερο πρόσωπο της Νέας Δημοκρατίας. Να πούμε όχι στην λεκτική «μεταρρυθμιστή» μονοτονία του Κώστα Καραμανλή που απλά καλύπτει την «κρυφή» ατζέντα της Κυβέρνησης.

Να δείξουμε ότι «δεν μασάμε» αφού οι μοναδικές μεταρρυθμίσεις τους ήταν:

Η αύξηση του ΦΠΑ, που επιβαρύνει αδιάκριτα τα χαμηλά εισοδήματα. Το χάρισμα χρεών στις μεγάλες επιχειρήσεις, εις βάρος των δαπανών για την Παιδεία και την Υγεία, που μειώθηκαν. Η απελευθέρωση του ωραρίου για χάρη των πολυεθνικών καταστημάτων. Οι ανεξέλεγκτες ανατιμήσεις για χάρη των επιχειρήσεων. Η επιβάρυνση του ΙΚΑ με εκατομμύρια Euro που χαρίστηκαν στις τράπεζες. Η διάλυση της ΔΕΗ, που όχι μόνο πλέον δεν έχει κέρδη, αλλά πραγματοποιεί 2 αυξήσεις μέσα σε ένα χρόνο! Η διάλυση της υγείας με τεράστιες ελλείψεις που κρατάνε κλειστές Μ.Ε.Θ. και σε υπολειτουργία δεκάδες μονάδες υγείας. Η συνεχής υποβάθμιση του περιβάλλοντος μέσα από αναπτυξιακά πρότυπα της δεκαετίας του ‘60 που κατέστρεψαν τις παραλίες της Αττικής (και απειλούν να καταστρέψουν και τις παραλίες της Κρήτης). Ο κατάλογος είναι μακρύς. Ακόμα μακρύτερος είναι ο κατάλογος των ψεύτικων υποσχέσεων του Κώστα Καραμανλή για όλα προς όλους.

Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. δίνει σε όλα τα παραπάνω μια απάντηση αξιόπιστη, ρεαλιστική και κυρίως σύγχρονη. Ένα προγραμματικό πλαίσιο ολοκληρωμένο και αλληλοσυμπληρούμενο. Ένα κυβερνητικό πρόγραμμα που διαπνέεται μερικές βασικές αρχές:

1. Αυτονομία του πολιτικού συστήματος.

Δεν είναι δυνατή καμία ουσιαστική μεταρρυθμιστική προσπάθεια, καμία προοδευτική αλλαγή χωρίς την ενδυνάμωση της πολιτικής εξουσίας, δηλαδή του μηχανισμού εκπροσώπησης των πολιτών, εις βάρος της δύναμης της ολιγαρχίας του πλούτου και της επιρροής των ΜΜΕ.

Το πολιτικό σύστημα-κόμματα επιβάλλεται να δεσμεύεται και να απολογείται αποκλειστικά και μόνο ενώπιον των πολιτών και να υπηρετεί τις ανάγκες τους στα πλαίσια των βασικών πανανθρώπινων αξιών.

2. Λαϊκή συμμετοχή – δημοκρατία

Η αυτονομία του πολιτικού συστήματος κατοχυρώνεται με την ενδυνάμωση της λαϊκής συμμετοχής. Με την διαμόρφωση ενός συστήματος συμμετοχικής δημοκρατίας όπου ο πολίτης λαμβάνει άμεσα μέρος στη λήψη των αποφάσεων που τον αφορούν. Συμμετοχή που θεμελιώνεται μέσα από τις συνδικαλιστικές και συνεταιριστικές οργανώσεις, μέσα από τις κινήσεις πολιτών και τις ΜΚΟ, μέσα από νέους αποκεντρωμένους θεσμούς.

Απαιτείται παράλληλα μια νέα αδιαμεσολάβητη σχέση πολίτη-πολιτικού. Όπου ο «εκπρόσωπος του λαού» είναι όντως εντολέας των πολιτών και όχι αλλότριων συμφερόντων. Η πολιτική δεν είναι «μηχανισμός διευθέτησης συμφερόντων» και ο πολιτικός δεν είναι έμπορος ελπίδας και «μεσάζοντας» για την πρόσβαση στο κράτος.

3. Κράτος Δικαίου – ασφάλεια

Η προστασία της ζωής και της περιουσίας των πολιτών είναι βασικός ρόλος του κράτους. Η ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας των πολιτών δεν γίνεται ως αντίδοτο στην «τρομοϋστερία». Δεν θεμελιώνεται στην ενίσχυση της αστυνομοκρατίας και στον περιορισμό των δικαιωμάτων των πολιτών. Στηρίζεται στην δικαιοσύνη και την ελευθερία. Στην δημοκρατική και νόμιμη λειτουργία των θεσμών και του αντιπροσωπευτικού συστήματος. Στην αποδοχή και την αναγνώριση της διαφορετικότητας. Η συμμετοχή, η δημοκρατία, η δικαιοσύνη και η αξιοκρατία είναι τα θεμέλια της ασφάλειας.

4. Η γνώση μοχλός ισότητας, ανάπτυξης και ασφάλειας

Ο άνθρωπος με γνώσεις είναι ένας ανεξάρτητος και κυρίαρχος πολίτης. Έχει την γνώση και την ωριμότητα να συμμετέχει στο δημοκρατικό σύστημα και να αξιοποιεί την πολιτική για το κοινωνικό σύνολο. Δεν παρασύρεται, δεν τρομοκρατείται, δεν αδιαφορεί.

Η γνώση γίνεται όπλο για ίσες ευκαιρίες στην απασχόληση και στην ατομική προκοπή. Ο πολίτης με γνώσεις δεν γίνεται έρμαιο, δεν γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης. Έτσι η γνώση γίνεται όπλο κατά της περιθωριοποίησης, της εξάρτησης και του εκμαυλισμού.

Παράλληλα η γνώση αποτελεί πλέον μετρήσιμο μέγεθος στην παραγωγική διαδικασία. Οι επιστήμες (φιλοσοφικές, ανθρωπιστικές, φυσικές, τεχνικές) και η τεχνολογία είναι τα νέα μέσα παραγωγής που δίνουν σημαντική προστιθέμενη αξία.

5. Ανάπτυξη με σχέδιο. Ανάπτυξη για όλους. Ανάπτυξη με σεβασμό στο περιβάλλον.

Η χώρα μας έχει συγκριτικά πλεονεκτήματα. Η θέση της, οι άνθρωποι της, το φυσικό περιβάλλον της. Όλα αυτά οφείλουν να αξιοποιηθούν με σχέδιο, με όραμα, με προοπτική.

Δεν γίνεται ανάπτυξη χωρίς επένδυση στον άνθρωπο και την γνώση. Δεν γίνεται ανάπτυξη χωρίς σεβασμό στο φυσικό περιβάλλον και τις αντοχές του. Δεν γίνεται ανάπτυξη χωρίς δίκαιη διανομή του οφέλους της.

Ο άνθρωπος που παράγει οφείλει να αμείβεται στη βάση των γνώσεων του και της προσφοράς του. Οφείλει να ζει σε ένα περιβάλλον όπου θα μπορεί να είναι δημιουργικός και παραγωγικός. Περιβάλλον φυσικό, υγιεινό, ασφαλές. Ο σεβασμός στην εργασία και στην ποιότητα ζωής είναι δυο νέα μεγέθη που διασφαλίζουν μεγαλύτερη παραγωγικότητα.

6. Οικονομία – Αγορά.

Η αγορά δεν είναι μέτρο των πάντων. Δεν είναι νόμος που υπερισχύει έναντι των πανανθρώπινων αξιών και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Η αγορά είναι εργαλείο, είναι μηχανισμός στην υπηρεσία του ανθρώπου, στην υπηρεσία της κοινωνίας. Μηχανισμός παραγωγής πλούτου, όπου η κοινωνία αποφασίζει την αξιοποίηση και την διανομή του.

Η παραγωγή γίνεται με κανόνες. Με σεβασμό στο περιβάλλον, την εργασία, την ασφάλεια και την υγιεινή. Το εμπόριο γίνεται με κανόνες. Με ουσιαστικό και δίκαιο ανταγωνισμό, με σεβασμό στον καταναλωτή και την δημόσια υγεία.

Η αγορά έχει όρια. Δεν είναι τα πάντα «εμπορεύσιμα». Τα δημόσια αγαθά ανήκουν στη κοινωνία. Το κράτος διασφαλίζει την απρόσκοπτη πρόσβαση όλων σε αυτά.

7. Κοινωνία με συνοχή.

Η κοινωνική συνοχή διασφαλίζεται με παρέμβαση του κράτους μέσα από τον μηχανισμό διανομής του πλούτου. Διασφαλίζεται από την κοινωνία των πολιτών, μέσα από την αλληλεγγύη. Διασφαλίζεται μέσα από το κράτος δικαίου που ενισχύει την ασφάλεια και την αξιοκρατία. Διασφαλίζεται μέσα από την δημοκρατία, δηλαδή την συμμετοχή όλων στην λήψη αποφάσεων. Διασφαλίζεται από την ανεκτικότητα στην διαφορετικότητα.

Κοινωνία με συνοχή και σεβασμό σημαίνει ενίσχυση στο αδύναμο για λόγους ατομικής ιδιαιτερότητας (ΑΜΕΑ), ηλικίας (παιδιά, ηλικιωμένοι) ή κοινωνικής κατάστασης (ανεργία, ορφάνια, κλπ).

Κοινωνία συνοχής σημαίνει σεβασμός στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, με ίση πρόσβαση στα δημόσια αγαθά και τις βασικές υπηρεσίες για όλους.

8. Κράτος αποκεντρωμένο, δημοκρατικό, αξιοκρατικό, δίκαιο, σύγχρονο αποτελεσματικό.

Για να σχεδιαστούν και να υλοποιηθούν όλες οι παραπάνω πολιτικές απαιτείται η οργάνωση του κρατικού μηχανισμού. Ένας μηχανισμός που επιβάλλεται να αποκεντρωθεί, ώστε να έρθει κοντά στον πολίτη. Που επιβάλλεται να εκδημοκρατιστεί, ώστε να λειτουργεί με διαφάνεια, λογοδοσία και κοινωνική νομιμοποίηση. Ένας μηχανισμός που οφείλει να δομηθεί με αξιοκρατία, ώστε να μπορεί να είναι δίκαιος και αποτελεσματικός.

Το κράτος διασφαλίζει το δημόσιο συμφέρον, τα δημόσια αγαθά (παιδεία, υγεία, φυσικοί πόροι), τις ίσες ευκαιρείς και την εφαρμογή των κανόνων. Ένας τέτοιος μηχανισμός μπορεί και πρέπει να είναι σύγχρονος, γιατί μπορεί να συμβαδίζει με τις ανάγκες της κοινωνίας, υπηρετώντας τις αξίες της.

9. Ισότητα. Πολιτική, οικονομική, τεχνολογική, γνωστική.

Όλες οι παραπάνω πολιτικές διασφαλίζουν την ευημερία και την αξιοπρέπεια των πολιτών. Όταν όλοι συμμετέχουν ισότιμα. Όταν όλοι έχουν υψηλό επίπεδο διαβίωσης. Όταν όλοι έχουν πρόσβαση στα τεχνολογικά επιτεύγματα του πολιτισμού μας. Μειώνουμε τις ανισότητες και τις αδικίες.

Όταν όλοι έχουν γνώση αξιακή-ανθρωπιστική, μορφωτική-επιστημονική μπορούν να συμβάλουν σε ένα καλύτερο και πιο δίκαιο κόσμο.

10. Κοινωνία ανοιχτή. Χώρα πατριωτική, πανανθρώπινη.

Μπορούμε να σχεδιάσουμε να μια κοινωνία ανοιχτή με υψηλό επίπεδο μόρφωσης, διαβίωσης, ποιότητας ζωής, αλληλεγγύης, ανεκτικότητας. Μια κοινωνία πολυπολιτισμική, όπου συμβιώνουν αρμονικά άνθρωποι διαφορετικού έθνους, γλώσσας, θρησκείας, φύλου.

Πολεμάμε τον ρατσισμό, την ξενοφοβία, την απομόνωση, τον εθνικισμό, την πατριδοκαπηλία. Χτίζουμε την Ελλάδα του οικουμενισμού και του ανθρωπισμού. Η χώρα που γέννησε τον σύγχρονο πολιτισμό, τις επιστήμες, τις τέχνες, τον αθλητισμό, την δικαιοσύνη, μπορεί και πρέπει να βρεθεί στο προσκήνιο.

Διακηρύσσουμε ότι η αλληλεγγύη των λαών δεν καταργεί τις πατρίδες. Μαζί με το παγκόσμιο, λαϊκό και προοδευτικό κίνημα καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε την πληθυσμιακή έκρηξη, την φτώχια, τις πανδημίες, το χρέος αναπτυσσόμενου κόσμου, την ενεργειακή και περιβαλλοντική κρίση, την μεταναστευτική-προσφυγική κρίση, το μαύρο χρήμα, το εμπόριο ναρκωτικών, όπλων, ανθρώπων και μέσων μαζικής καταστροφής.

Διεκδικούμε μέσα από τους διεθνείς οργανισμούς, ως Ελλάδα με ισχυρή φωνή μια δημοκρατική αλλαγή στην παγκόσμια διακυβέρνηση.

Εκπολιτίζουμε και εξανθρωπίζουμε την παγκοσμιοποίηση.

Η αγορά στην υπηρεσία των ανθρώπινων αναγκών.

Το κράτος στην υπηρεσία του πολίτη.

Παρελθόν του ΠΑΣΟΚ: Το παρελθόν είναι η δύναμη μας. Είναι η αφετηρία μας και η συσσωρευμένη γνώση και εμπειρία μας. Είναι η αυτοπεποίθηση μας ότι μπορούμε. Είναι η το δίδαγμα από τα λάθη μας. Είναι η αυτοκριτική μας και η ικανότητα μας να αλλάζουμε. Όλη η ιστορική διαδρομή μας δείχνει ότι μπορούμε να φέρουμε την αλλαγή, να υπηρετήσουμε τον πολίτη, να αναπτύξουμε τη χώρα.

Ιδέες, εμπειρία και όραμα είναι τα θεμέλια στα οποία ζητάμε να χτίσουμε με το λαό μας μια νέα σχέση εμπιστοσύνης και κοινής πορείας. Μια πορεία που θα υπηρετεί τους πολλούς και όχι τους λίγους, που θα ατενίζει το μέλλον και δεν θα αναβιώνει το παρελθόν.