Σύντροφοι και συντρόφισσες
σήμερα λίγο πριν το Συνέδριο μας, και μερικές μέρες μετά τις περιβόητες δημοσκοπήσεις, που δείχνουν ακόμα μεγαλύτερη συρρίκνωση των ποσοστών μας, επιβάλλεται να συζητήσουμε πολιτικά και να αναζητήσουμε λύσεις.
Επιβάλλεται να δούμε τι πρέπει να εντάξουμε στο ιδεολογικό και πολιτικό μας οπλοστάσιο, αλλά και τι πρέπει να αφήσουμε στο παρελθόν.
Τι πρέπει να αναδείξουμε ό,τι χρειαζόμαστε από τις ιστορικές και κοινωνικές μας ρίζες, αλλά και τι πρέπει να εντάξουμε ως καινούριο, σύγχρονο, ρεαλιστικό και αποδοτικό, για την συγκυρία που βιώνουμε.
Τι πρέπει να δικαιολογήσουμε, από το παρελθόν μας, ως αναγκαστική επιλογή για την επίτευξη κρίσιμων και στρατηγικών εθνικών στόχων, αλλά και τι πρέπει να κατακρίνουμε ως αντίθετο με τις αρχές και τις αξίες μας.
Ταυτόχρονα, πρέπει να δώσουμε απάντηση σε μερικά ακόμα κρίσιμα ζητήματα. Στο ζήτημα της αντιπροσωπευτικότητας, την κρίση στην εμπιστοσύνη στους θεσμούς, το ζήτημα της ηθικής της πολιτικής και το ζήτημα της εκπροσώπησης των «μη προνομιούχων» κοινωνικών ομάδων.
Ξεκινώντας αυτή την συζήτηση –που σχετίζεται άμεσα με την κρίση του πολιτικού συστήματος– αρχικά διαπιστώνουμε ότι έχει γίνει περισσότερο από κοινότυπη η ανάλυση αυτής της κρίσης.
Όλοι, πολιτικοί, δημοσιογράφοι, επιστήμονες, αναλυτές διατυπώνουν συνεχώς διαπιστώσεις που συγκλίνουν στο ότι οι πολίτες είναι απογοητευμένοι από την πολιτική.
Ότι είναι δύσπιστοι προς τους πολιτικούς και το κυριότερο ότι δεν πιστεύουν ότι κάτι μπορεί να αλλάξει. Δηλαδή έχουν χάσει την ελπίδα τους.
Δυστυχώς, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. έχει συμβάλει με τον τρόπο του σε αυτή την εξέλιξη. Έχει καταστήσει την παρουσία του μη αξιόπιστη αφού υπήρξε αν-αντιστοιχία των πολιτικών του με την ιδεολογία του, αλλά και αν-αντιστοιχία της λειτουργίας μερικών στελεχών του με τις αξίες και τις αρχές του.
Δυστυχώς όμως σήμερα, ούτε εμείς λέμε τα πράγματα με τ’ όνομα τους. Κυρίως, όμως δεν μιλάμε καθαρά για τις λύσεις που απαιτούνται.
Α. ΛΑΪΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ
Όλοι γνωρίζουμε ότι το ΠΑ.ΣΟ.Κ., όταν ιδρύθηκε, ήρθε στη χώρα μας, ως μια δύναμη ανατροπής και ως μια δύναμη σύγκρουσης με το οικονομικό και πολιτικό κατεστημένο, που είχε επιβάλει η δεξιά επί δεκαετίες, αλλά και ως μια δύναμη αλλαγής του status quo της ελληνικής κοινωνίας.
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. το πέτυχε αυτό γιατί είχε μια ξεκάθαρη ιδεολογία. Ιδεολογία που ήταν προϊόν μιας ολοκληρωμένης κοσμοθεωρίας για την οργάνωση της οικονομίας, της κοινωνίας και του Κράτους.
Μιας κοσμοθεωρίας με άποψη για τον ρόλο της χώρας στην διεθνή σκηνή, υπό την συγκυρία του Ψυχρού Πολέμου.
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. με βάση αυτά έθεσε σε πρώτο πλάνο τις πολιτικές ελευθερίες του λαού, που βάναυσα και επί δεκαετίες καταπατούσαν οι διάφορες εκφάνσεις της δεξιάς.
Αυτή όμως η «δημοκρατική» προσέγγιση για την λειτουργία του Κράτους και των θεσμών δεν σταματούσε εκεί, αλλά συμπυκνωνόταν στο στόχο του ΠΑΣΟΚ για «ΛΑΪΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ». Αυτό το νόημα είχε και το σύνθημα «ο λαός στην εξουσία».
Δηλαδή, όχι απλά οι πολίτες να λένε ελεύθερα τη γνώμη τους, να συνδικαλίζονται και να διαδηλώνουν, αλλά κυρίως να συμμετέχουν στην λήψη των αποφάσεων που τους αφορούν και στην διαμόρφωση των πολιτικών της Κυβέρνησης και της αυτοδιοίκησης.
Μπορούμε σήμερα να δηλώσουμε στους Έλληνες ότι στην τελευταία κυβερνητική μας θητεία ήταν αυτοί που έπαιρναν τις μικρές ή μεγάλες αποφάσεις; Μπορούμε να βεβαιώσουμε ότι εκπροσωπήσαμε αυθεντικά όλες τις κοινωνικές τάξεις και τις ανάγκες τους;
Προφανώς όχι. Τις μεγάλες αποφάσεις τις έπαιρνε μια κλειστή ομάδα πολιτικών στελεχών, επιστημόνων, τεχνοκρατών και συμβούλων. Ομάδα που απηχούσε τις απόψεις μιας νέας κοινωνικής ελίτ και ενός νέου οικονομικού κατεστημένου, που έχει διαμορφωθεί τις τελευταίες δεκαετίες στη χώρα μας.
Αντίστοιχα, σε τοπικό επίπεδο, κατά την πρόσφατη κυβερνητική μας περίοδο, δικαίωμα λόγου και εξουσία διαχείρισης είχε μόνο ένας «στενός» κομματικός μηχανισμός και όσοι είχαν πρόσβαση σε αυτόν.
Μηχανισμός που ενδιαφερόταν μόνο για την επιβίωση του, την αναπαραγωγή του και τον έλεγχο και τη νομή της εξουσίας. Ένας μηχανισμός που από τη μια συνολικά απαξίωνε τις κομματικές διαδικασίες και τον ρόλο των οργανώσεων και από την άλλη «εξαγόραζε» την συναίνεση συνδικάτων, αυτοδιοίκησης και κοινωνικών φορέων, με αντάλλαγμα χρίσματα, χρηματοδοτήσεις και «κομματική εξουσία».
Ταυτόχρονα κρατούσε δέσμιο ένα μεγάλο κομμάτι πολιτών μέσα από ένα πελατειακό σύστημα. Το πελατειακό κράτος δεν είναι μόνο γαλάζιο, υπήρξε κάποτε και «πράσινο», ας μην το ξεχνάμε.
Αυτό το σκηνικό είναι η πρώτη δική μας αδυναμία που επιτείνει σημαντικά την απαξίωση του πολιτικού συστήματος.
Ο λαός μας ποτέ δεν πίστευε στην δεξιά και στην πολιτική της για την οργάνωση και την λειτουργία του κράτους.
Ποτέ δεν πίστευε ότι η ΝΔ αποδέχεται την αποκέντρωση, την διάκριση των εξουσιών, την αξιοκρατία και την συμμετοχή των πολλών στην λήψη των αποφάσεων.
Εμείς όμως καταφέραμε να πείσουμε το λαό πως «είμαστε ίδιοι» με τη δεξιά.
Άρα αν θέλουμε να αλλάξει κάτι. Αν θέλουμε να ξεπεραστεί η κρίση του πολιτικού συστήματος και να γίνουμε η ελπίδα των πολλών πρέπει να επανα-διατυπώσουμε την πίστη μας στην «Λαϊκή Κυριαρχία» και να δείξουμε με σύγχρονους όρους τι περιεχόμενο έχει σήμερα ο όρος «ο λαός στην εξουσία».
Οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις που προτείνει του ΠΑ.ΣΟ.Κ. για το κεντρικό κράτος, την αυτοδιοίκηση, την λειτουργία-ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, το νέο εκλογικό νόμο, το πλαίσιο για τις Ανεξάρτητες Αρχές και την λειτουργία των ΜΜΕ, πρέπει να μπουν κάτω από αυτό το ιδεολογικό πλαίσιο.
Σε κάθε περίπτωση όμως πρέπει να πείσουμε τον πολίτη ότι η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας –και όχι το πολιτικό σύστημα στο σύνολο του– συρρικνώνει και απειλεί με διάφορους τρόπους, τα δικαιώματα του.
Επιβάλλεται επίσης να τον εμπνεύσουμε να συμμετάσχει, να τον πείσουμε να συμπαραταχθεί μαζί μας για να έρθει η αλλαγή.
Β. ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
Δεύτερος πυλώνας της μεταρρυθμιστικής προσέγγισης του ΠΑΣΟΚ, από την ίδρυση του, ήταν η διαφορετική αντίληψη, από την δεξιά, για την οργάνωση της οικονομίας, για τον αναδιανεμητικό και παρεμβατικό ρόλο του κράτους και την συνεκτική κοινωνία.
Αυτό εκφράστηκε με την θέση για «ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ».
Αλήθεια μπορούμε να ισχυριστούμε ότι την προηγούμενη περίοδο της διακυβέρνησης μας αξιοποιήσαμε το κράτος προς αυτή την κατεύθυνση και του δώσαμε πραγματικό ρόλο ρυθμιστή υπέρ των «μη προνομιούχων»;
Προφανώς όχι. Οι επιλογές μας για τις «ελαστικές» μορφές απασχόλησης, η γιγάντωση των δυνάμεων και της επιρροής της αγοράς και η ακρίβεια, έδωσαν στον κόσμο την αίσθηση ότι είμαστε ίδιοι με την δεξιά.
Η παρουσίαση, ακόμα και από εμάς, ότι οι ιδιωτικοποιήσεις είναι ένα μέτρο οικονομικής εξυγίανσης, αναδιάρθρωσης και αναπτυξιακής προοπτικής, έριξαν τις διαχωριστικές γραμμές με την φιλελεύθερη δεξιά.
Η «προβολή» της χρηματιστηριακής λειτουργίας ως καθρέφτη της οικονομικής μας πολιτικής και η προβολή της εισόδου στην ΟΝΕ ως επιστέγασμα μιας «ισχυρής Ελλάδας», δεν έπεισαν τους πολίτες.
Δεν έπεισαν τους πολίτες που δοκιμάστηκαν από την είσοδο του Euro και φυσικά απογοήτευσαν όσους δοκιμάστηκαν από τους κερδοσκόπους της αγοράς.
Δεν έπεισαν όσους αναζητούσαν δουλειά ή δαπανούσαν πολλά χρήματα για παιδεία και υγεία.
Δεν έπεισαν όσους είδαν την επιχείρηση τους να συρρικνώνεται από τα πολυκαταστήματα και τις πολυεθνικές.
Σύντροφοι, εμείς ξεγελάσαμε τους πολίτες και τους πείσαμε ότι οι δυνάμεις της αγοράς δήθεν έχουν και ανθρώπινο πρόσωπο.
Αυτή είναι η δεύτερη σημαντική δική μας αδυναμία που τελικά επίσης επιτείνει την κρίση του πολιτικού συστήματος, αφού εμείς και η ευρύτερη «προοδευτική παράταξη» ήμασταν πάντα η ελπίδα των πολιτών.
Ο λαός μας παραδοσιακά δεν πίστευε ότι η δεξιά έχει κοινωνικές ευαισθησίες. Ποτέ δεν πίστευε ότι μπορεί να «προστατεύσει» τον εργαζόμενο και τον μικρομεσαίο επιχειρηματία έναντι του κεφαλαίου, των πολυεθνικών και κάθε λογής ισχυρών.
Η πολιτική μας όμως στο χώρο της οικονομίας, στον τομέα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, και σε ορισμένα κοινωνικά ζητήματα αιχμής, έδωσαν το δικαίωμα στην ψευδεπίγραφη ρητορεία του Καραμανλή να ξεγελάσει τους πολίτες.
Η δεξιά σύντροφοι μας έκανε «ρελάνς» από τα αριστερά. Σήμερα όμως οι μάσκες έχουν πέσει. Η κενή περιεχομένου «ρητορεία» του Καραμανλή δεν πείθει πλέον κανένα.
Σήμερα οι δαπάνες για την υγειά και την παιδεία συρρικνώνονται.
Σήμερα το ασφαλιστικό σύστημα λεηλατείται και αποδομείται.
Σήμερα τα μονοπώλια βλέπουν την Ελλάδα ως παράδεισο.
Σήμερα η ακρίβεια και ο δανεισμός πιέζουν την ελληνική οικογένεια
Δυστυχώς, όμως πλέον, δεν φτάνει απλά να αναδεικνύουμε το αντιλαϊκό πρόσωπο της δεξιάς.
Σήμερα απαιτείται να μιλήσουμε ξεκάθαρα και να πούμε ότι θέλουμε το κράτος να έχει υπό την ευθύνη του σημαντικούς τομείς της οικονομικής δραστηριότητας.
Έχει σημασία να πούμε ότι θέλουμε το κράτος να παρεμβαίνει νομοθετικά και να ρυθμίζει την αγορά.
Σήμερα, έχει σημασία να πούμε ότι απαιτούμε στροφή στις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αποδυναμώνουν την πολιτική εξουσία, έναντι του τραπεζικού συστήματος και των χρηματοπιστωτικών αρχών.
Σήμερα, έχει σημασία να πούμε ότι πολεμάμε σε Ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο τις πολιτικές που επιτείνουν την φτώχια για τους πολλούς, παράγοντας κέρδη για τους λίγους.
Να πούμε ξεκάθαρα ότι είμαστε με τις δυνάμεις της εργασίας, που δεν επιτρέπεται να συμπιεστούν άλλο και που χρειάζονται πολιτικές ευρωπαϊκού ή παγκόσμιου επιπέδου για να διασφαλιστεί η αξιοπρεπής διαβίωση τους.
Σήμερα, επιβάλλεται να πούμε ότι η δημόσια περιουσία δεν είναι είδος προς πώληση, για να ενισχυθεί η δημοσιονομική πολιτική, αλλά είναι μέσο άσκησης πολιτικής για την ενίσχυση της παραγωγικής βάσης της χώρας και την αύξηση του εθνικού πλούτου.
Όλα αυτά δεν μπορούν να περιγραφούν μόνο με το σύνθημα «Ισχυρή Ελλάδα-Δίκαιη Κοινωνία».
Όλα αυτά πρέπει να μπουν κάτω από μια ομπρέλα συνθημάτων που να δηλώνουν την σύγκρουση μας το άπληστο πολυεθνικό κεφάλαιο, την σύγκρουση μας με την παρασιτική κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα, την σύγκρουση μας με τα μονοπώλια και τους νόμους του κέρδους.
Όλα αυτά πρέπει να εκφραστούν από πρόσωπα που πιστεύουν σε αυτές τις ιδέες όχι μόνο λεκτικά, αλλά αυτό να έχει φανεί από την πολιτικής τους διαδρομή. Πρόσωπα που δεν είχαν σχέση με τον τρόπο που ασκήσαμε την οικονομική και κοινωνική πολιτική τα προηγούμενα χρόνια.
Γ. ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ
Ο τρίτος μεγάλος πυλώνας των πολιτικών του ΠΑΣΟΚ συμπυκνωνόταν στον όρο «ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ».
Τότε μέσα σε ένα διαφορετικό διεθνές πλαίσιο το ΠΑ.ΣΟ.Κ. ανέδειξε την εθνική και λαϊκή ανάγκη η «Ελλάδα να ανήκει στους Έλληνες». Αναγκαία συνθήκη για να αποφασίζουν οι πολίτες και η Κυβέρνηση τους για την τύχη της χώρας.
Σήμερα αν και το διεθνές περιβάλλον είναι διαφορετικό απειλείται και πάλι η ανεξαρτησία της εξωτερικής μας πολιτικής.
Η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει απεμπολήσει το εθνικό κεφάλαιο αξιοπιστίας και το επίπεδο διεθνούς αποδοχής που είχε επιτύχει το ΠΑΣΟΚ.
Ταυτόχρονα έχει καταστήσει την πολιτική της χώρας «ουρά» των επιλογών και των συμφερόντων των Η.Π.Α. και θεατή των επιλογών των ισχυρών χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σήμερα το ΠΑ.ΣΟ.Κ. οφείλει να φέρει ξανά τα εθνικά θέματα στο προσκήνιο της πολιτικής επικαιρότητας.
Οφείλει να δείξει ότι είναι πατριωτική δύναμη και να αντιταχθεί στην λαϊκίστικη, εθνικιστική και «πατριδοκάπηλη» πολιτική του ΛΑ.Ο.Σ. Δεν επιτρέπεται να χαρίζουμε τα εθνικά μας ζητήματα στην ακροδεξιά.
Αυτό πρέπει να γίνεται όχι μόνο με αφορμή το θέμα των Σκοπίων, αλλά σε κάθε έκφανση των διεθνών σχέσεων της χώρας.
Ιδιαίτερα, στα ζητήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου λαμβάνονται κρίσιμες αποφάσεις που επηρεάζουν την θεσμική, οικονομική και κοινωνική οργάνωση της χώρας, επιβάλλεται να αναδεικνύουμε συνεχώς τις αδυναμίες και τις αστοχίες της Κυβέρνησης.
Ταυτόχρονα, το ΠΑΣΟΚ οφείλει να επανασυνδεθεί σε βάθος και όχι μόνο σε επίπεδο κορυφής με το διεθνές σοσιαλιστικό κίνημα και τα κινήματα κατά της φτώχιας, του πολέμου, του οργανωμένου εγκλήματος, και της διαφθοράς.
Σύντροφοι και συντρόφισσες, αυτά τα πολιτικά ζητήματα αιχμής είναι κρίσιμα για την μελλοντική πορεία του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Η περιγραφή που γίνεται στο κείμενο των Πολιτικών Θέσεων ότι το ΠΑΣΟΚ «επιστρέφει στις ρίζες του για να αντλήσει έμπνευση και κουράγιο και ρίχνει ένα νέο, φρέσκο βλέμμα στη διαδρομή του» πρέπει να γίνει πράξη.
Αυτή σύνδεση με την ιστορία μας, με βάση τον Δημοκρατικό Σοσιαλισμό, είναι κρίσιμο ζήτημα γιατί από αυτήν θα κριθεί η αξιοπιστία του πολιτικού μας λόγου.
Δ. ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ-ΑΝΑΝΕΩΣΗ
Αυτό είναι το τέταρτο και πιο κρίσιμο στοιχείο για την πορεία επανάκαμψης μας. Η αξιοπιστία μας, η ηθική στην πολιτική, η ηθική των στελεχών μας, αλλά και η ανανέωση προσώπων είναι ένα αδιαίρετο τετράπτυχο.
Η κρίση εμπιστοσύνης στους θεσμούς και το πολιτικό σύστημα, είναι κατ΄ ουσία κρίση εμπιστοσύνης στα πρόσωπα που το εκφράζουν.
Το Κίνημα μας και τα στελέχη μας δεν δίνουν ξεκάθαρη απάντηση ούτε σε όλα τα παραπάνω. Φυσικά σε μεγάλο βαθμό αυτό είναι δύσκολο, αφού δεν μιλάμε για συγκεκριμένα στελέχη που είχαν παράνομη δράση ή συμπεριφορά ελεγχόμενη ιδεολογικά και πολιτικά.
Η κοινή γνώμη όμως έχει πειστεί τόσο από τις πολιτικές μας, που περιέγραψα παραπάνω, όσο και από την συμπεριφορά μερίδας στελεχών μας ότι είμαστε «παρτάκηδες», «βολεμένοι» και ότι τελικά με τη Νέα Δημοκρατία είμαστε κομμάτι του ίδιου «συστήματος».
Αυτό επιτείνεται από την εμμονή κάποιων στη φιλοσοφία του «μεσαίου χώρου». Ένας «μεσαίος χώρος» που κυρίως αντιστοιχεί σε μια «μεσαία» τάξη με ικανοποιητικό επίπεδο διαβίωσης και που σήμερα μεγάλο μέρος της κλυδωνίζεται, από τις πολιτικές της ΝΔ, αλλά ακόμα δεν το έχει συνειδητοποιήσει.
Αυτή η λεγόμενη «μεσαία» ή «ανερχόμενη» τάξη δεν είναι πλέον ενιαία. Στο εσωτερικό της υπάρχουν «ανώτερα στρώματα» που συγκροτούν ένα νέο σώμα «βολεμένων».
Δυνάμεις που σήμερα συγκροτούν ένα νέο «κατεστημένο» με συντηρητικές αντιλήψεις για τα κοινωνικά δικαιώματα και τις πολιτικές ελευθερίες των ασθενέστερων πολιτών.
Δυνάμεις που αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό τον «δημόσιο τομέα», τις δωρεάν παροχές προς τους κοινωνικά ασθενείς, τα συνδικαλιστικά δικαιώματα, το αναδιανεμητικό φορολογικό σύστημα και τον κρατικό παρεμβατισμό.
Αυτή η μετατόπιση των αντιλήψεων τμήματος της «μεσαίας τάξης» εκφράζεται και με την λεγόμενη εσωτερική πολιτική «σύγχυση» που βλέπουμε τα τελευταία χρόνια στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. Αυτή η σύγκρουση εκφράστηκε και στο επίπεδο της ανάδειξης ηγεσίας.
Αυτή η σύγχυση και ασάφεια αναζητά οριστική λύση στο Συνέδριο.
Σε αυτή την αποσαφήνιση, την ηθική ανασύνταξη και την ανάκτηση της αξιοπιστίας μας, που στην ουσία αποτελούν την διέξοδο από την κρίση, μπορεί να βοηθήσει και η αλλαγή προσώπων.
Η ανανέωση μπορεί να γίνει ένα εργαλείο για να «περάσει» πιο εύκολα η πολιτική μας, αλλά δεν φτάνει μόνο αυτό.
Από τη μια μεριά η ανάδειξη νέων –όχι μόνο ηλικιακά– στελεχών, πρέπει να γίνει με πολιτικά κριτήρια, ώστε να αποφύγουμε την σύγχυση στα μηνύματα και τις επιλογές μας. Από την άλλη απαιτείται πολλά στελέχη να φύγουν από την πρώτη γραμμή σε εθνικό και τοπικό επίπεδο.
Στην πρόσφατη συνεδρίαση της Κ.Ο.Ε.Σ., κάποιος σύντροφος μίλησε για εθελούσια έξοδο, ίσως κάποιοι να πρέπει να το σκεφτούν. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. στο προηγούμενο συνέδριο έβαλε όριο θητειών και ποσοστό ανανέωσης των οργάνων, ίσως οι θητείες να πρέπει να αποκτήσουν αναδρομική ισχύ, τουλάχιστον από το 2000.
Σήμερα, μιλάει για ποσόστωση συμμετοχής νέων κάτω των 35 και για υποχρεωτική συμμετοχή πρωτοεκλεγόμενων σε ποσοστό 50% στα τοπικά όργανα.
Σύντροφοι, αυτές οι ρυθμίσεις βοηθούν, αλλά εξακολουθούν να είναι διοικητικές και να μην αγγίζουν την πολιτική ουσία των προβλημάτων μας, που επηρεάζουν και το πολιτικό σύστημα.
Αν δεν γίνουμε εμείς η ελπίδα των πολιτών. Οι διοικητικές ρυθμίσεις θα καταγραφούν απλά ως μια απέλπιδα και αποτυχημένη προσπάθεια.
Όποιοι και αν φύγουν, όποιοι και αν έρθουν αυτό πρέπει να γίνει με όρους αξιοκρατίας και αντιπροσώπευσης συγκεκριμένων κοινωνικών στρωμάτων.
Πρέπει λοιπόν μαζί με τις ξεκάθαρες πολιτικές επιλογές, να φέρουμε στα όργανα μας τους μη προνομιούχους, την γενιά των «700 Ευρώ», τους άνεργους και να απομακρύνουμε από τα όργανα μας τους «βολεμένους» και τους «συντηρητικούς».
Πρέπει να φέρουμε στα όργανα μας όσους ασφυκτιούν από την πελατειακή λειτουργία του Κράτους και να διώξουμε αυτούς που την διαχειρίζονταν σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο.
Πρέπει να φέρουμε αυτούς που εκφράζουν τις νέες επιστημονικές και παραγωγικές δυνάμεις και να διώξουμε αυτούς που εκφράζουν ένα μεσοαστικό οικονομικό-κοινωνικό κατεστημένο.
Πρέπει να φέρουμε όσους θέλουν να δημιουργήσουν για την χώρα και να προσφέρουν στην κοινωνία και να διώξουμε όσους «καρπώνονται» παρασιτικά τον κόπο και την εργασία των πολλών.
Πρέπει να φέρουμε όσους σκέφτονται διεθνιστικά και δρουν κινηματικά ενάντια στην φτώχια, τον πόλεμο, την περιβαλλοντική καταστροφή και τις ιμπεριαλιστικές πολιτικές και να διώξουμε όσους σκέφτονται τοπικιστικά, δρουν πελατειακά και συμβιβάζονται με κάθε λογής ανάπτυξη αρκεί να τους αποφέρει κέρδος.
Σύντροφοι είμαστε έτοιμοι να κάνουμε αυτές τις επιλογές; Είμαστε έτοιμοι να πούμε «ΟΧΙ» στους συντηρητικούς και συμβιβασμένους και όχι απλά ένα «ΟΧΙ» στους «παλιούς»;
Είμαστε έτοιμοι να πούμε «ΝΑΙ» σε αυτούς που σκέφτονται προοδευτικά, δρουν πολιτικά και συνδέονται με τα λαϊκά κοινωνικά κινήματα και τις ανάγκες της πλειοψηφίας του λαού και όχι απλά «ΝΑΙ» στους νέους;
Αν θέλουμε να πείσουμε πρέπει να κάνουμε όλα τα παραπάνω. Να συνδεθούμε με τις ρίζες μας και να ξαναδιατυπώσουμε το τετράπτυχο «Εθνική Ανεξαρτησία – Λαϊκή Κυριαρχία – Κοινωνική Δικαιοσύνη – Δημοκρατική Διαδικασία».
Να το κάνουμε με αξιόπιστα, νέα και ηθικά ακέραια πρόσωπα.
Και εν τέλει να το κάνουμε μαζικά σε όλα τα επίπεδα. Σε κάθε χωριό, σε κάθε γειτονιά, σε κάθε χώρο εργασίας.
Όλες οι νέες πολιτικές του ΠΑ.ΣΟ.Κ., όσο καινοτόμες και να είναι, όπως π.χ. η «πράσινη οικονομία» πρέπει να διατυπωθούν καθαρά, αξιόπιστα και δυναμικά.
Σύντροφοι, τελειώνοντας εκτιμώ ότι η αυτή η ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική "μάχη" της αλλαγής, όπως την οριοθέτησα, περνάει μέσα από τις δημοκρατικές διαδικασίες και ευτυχώς ή δυστυχώς πρέπει να ξεκινήσει από την κορυφή.
Το νέο Εθνικό Συμβούλιο, τα νέα όργανα που θα εκλεγούν σε 1-2 μήνες και κυρίως οι επιλογές προσώπων που θα γίνουν το επόμενο διάστημα στο χώρο του μαζικού κινήματος είναι η νέα -τεχνικά- αφετηρία.
Αν το Εθνικό Συμβούλιο είναι άθροισμα "λαμπερών" προσωπικοτήτων, "γόνων" πολιτικών οικογενειών, φιλόδοξων υποψηφίων και "ατσαλάκωτων" πετυχημένων ιδιωτών, τότε μοιραία θα είναι ένα Ε.Σ. πασαρέλας, συμβιβασμών και δημοσίων σχέσεων.
Θα είναι ένα Ε.Σ. που θα αναπαράγει σε κάθε τοπική κοινωνία το πελατειακό σύστημα και τους παλιούς συσχετισμούς νομής της μικρής ή μεγάλης κομματικής, συνδικαλιστικής και αυτοδιοικητικής εξουσίας.
Το νέο Ε.Σ. πρέπει να απαρτίζεται από νέους δυναμικούς ανθρώπους που προέρχονται από μαζικούς χώρους, έχουν δώσει συνδικαλιστικούς αγώνες και δεν έχουν πολιτικές, οικονομικές, επαγγελματικές ή ακαδημαϊκές εξαρτήσεις από κανένα σύστημα ή υποσύστημα του κυβερνητικού ΠΑ.ΣΟ.Κ. ή των παραγώγων του.
Πρόσωπα που δεν έχουν μετάσχει στο πελατειακό σύστημα των κάθε λογής εκλογών, ούτε κληρονομούν το οικογενειακό πλέγμα συμμαχιών ή συγκρούσεων και φυσικά άνθρωποι χωρίς "επιχειρηματικές" πλάτες.
Τέλος, στο σύνολο της κομματικής δομής όσοι μετάσχουν στα νέα όργανα πρέπει να έχουν ηθικό ανάστημα και οι "επικεφαλείς" να έχουν πολιτικο-οργανωτικές ικανότητες, που να είναι, ας πω, ένα "κλικ" πιο πάνω από την λοιπή σύνθεση κάθε οργάνου.
Αυτό είναι βασικό για να ιδεολογικοποιήσουμε την λειτουργία μας και για να πολιτικοποιήσουμε την κοινωνίας μας. Να καλλιεργήσουμε την εμβάθυνση πίσω από τα γεγονότα και την ανάλυση των αιτιών και των συνεπειών κάθε πολιτικής επιλογής.
Μόνο έτσι θα σπάσουμε αυτό που ονομάζουμε «μιντιακή» πραγματικότητα που στην ουσία καλλιεργεί την σύγχυση, την απαξίωση της λαϊκής συμμετοχής, την ισοπέδωση των πάντων και μια επιφανειακή ανάλυση αιτίας-αποτελέσματος.
Σύντροφοι και συντρόφισσες,
ελπίζω οι παραπάνω σκέψεις να σας προβληματίσουν και τελικά να λάβετε τις αναγκαίες αποφάσεις, να υλοποιήσετε νέες πρωτοβουλίες, να στηρίξετε αριστερές πολιτικές και να ψηφίσετε τα κατάλληλα πρόσωπα, ώστε να αλλάξουμε το πολιτικό σύστημα και να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη των πολιτών και ιδίως των νέων.
Πετράκης Μανώλης
Μέλος ΚΟΕΣ
Συντονιστής Εθελοντών Διαδικτύου Ν. Ηρακλείου